Το πρώτο βήμα έγινε όταν οι κιθάρες από ακουστικές έγιναν ηλεκτρικές στο προηγούμενο album τους Wilder Mind, και τώρα οι Βρετανοί Mumford & Sons αλλάζουν εντελώς αυτή τη φορά το μουσικό τους ύφος σε αυτό το νέο ΕΡ με τα πέντε τραγούδια και απομακρύνονται τονικά και ρυθμικά από τις τρεις προηγούμενες κυκλοφορίες τους. Το Johannesburg, όπως μαρτυρά και ο τίτλος, ηχογραφήθηκε στο Γιοχάνεσμπουργκ και είναι μία δουλειά στην οποία συνεργάστηκαν με τον Σενεγαλέζο τραγουδιστή Baaba Maal, το συγκότημα The Very Best από το Μαλάουι και τους Νοτιοαφρικανούς Beatenberg, στο ενδιάμεσο των εμφανίσεών τους στη Νότια Αφρική, μέσα σε δύο ημέρες. Το αποτέλεσμα αυτής της πολυπολιτισμικής σύμπραξης; Ένα μείγμα folk-rock με Αφρικάνικο ρυθμό και όργανα, όπως djembe και kora, με την πλειοψηφία του album ηχογραφημένο στα Γαλλικά και στις Αφρικάνικες διαλέκτους Pullar και Chichewa. Το μόνο που θυμίζει τους Mumford & Sons σε αυτό το EP είναι η σπαραξικάρδια φωνή του Marcus Mumford, στα λίγα σημεία που η μουσική χαμηλώνει και αφήνει τη φωνή του να λάμψει, η χροιά του με συγκινεί ακόμη και τη λίστα με τα ψώνια του Super Market να τραγουδούσε.
Το album περνάει την αίσθηση του live jam, μερικοί φίλοι γύρω από τη φωτιά, ένα βράδυ του Αυγούστου, ήπιαν λίγες μπύρες παραπάνω και έγραψαν πέντε ερωτιάρικα τραγούδια – τουλάχιστον από τους Αγγλικούς στίχους αυτό καταλαβαίνω. Πολύ θετικό στοιχείο όταν οι καλλιτέχνες ξεφεύγουν λίγο από τις νόρμες τους και πειραματίζονται σε διαφορετικά είδη μουσικής, που δεν θα τους φανταζόσουν ποτέ, και όταν έχουμε ένα τέτοιο αποτέλεσμα, τότε μπράβο στα παιδιά. Ακόμη ένα θετικό στοιχείο στην δουλειά αυτή, αλλά και για την μπάντα γενικότερα, είναι ότι βλέπουμε τους Mumford & Sons να δίνουν περισσότερο χώρο στους υπόλοιπους καλλιτέχνες και να αναλαμβάνουν δευτερεύοντες ρόλους στο μεγαλύτερο κομμάτι του ΕP, όσο κι αν αυτό με χαλάει γιατί όπως είπα λατρεύω τη φωνή του Marcus. Ένα πείραμα που πέτυχε και μας άνοιξε την όρεξη για περισσότερη Afro-Brazilian μουσική. Αν βρεθείτε σε κάποια παραλία τον Αύγουστο, στο σκηνικό που περιέγραψα, θα είναι το κατάλληλο soundtrack.
Ακούστε το εδώ.
© 2016, Dimitris Grivas. All rights reserved.