Ποτέ δεν ξεχνάμε την 1η μας επαφή με κάποιον καλλιτέχνη, με τον οποίο οι ζωές μας στη συνέχεια “βάδισαν” παράλληλα.
Το ίδιο σημαντικές είναι και οι στιγμές που αυτή η επαφή κόβεται, ειδικά όταν κόβεται βάναυσα, βίαια, αναπάντεχα… Γιατί σε αφήνει με μια αίσθηση εκρεμμότητας, πως κάτι δεν τέλειωσε όπως έπρεπε… Όχι ότι τελειώνουν και ποτέ αυτές οι σχέσεις αλλά σε αφήνουν να αναρρωτιέσαι “γιατί” και “πώς έγινε“….
Όταν έχασα τον Michael Jackson, απολάμβανα ένα απλό καθημερινό βράδυ μόνος στο σπίτι. Ακούγοντας μουσική, σκαλίζοντας το internet, “παίζοντας” στο facebook. Στο στερεοφωνικό έπαιζε η 25th Anniversary Edition του “Thriller“…. Και σε λίγη ώρα έσκασε η βόμβα την οποία και παρακολουθούσα online σε οτιδήποτε online streaming υπήρχε εκείνη την περίοδο και με τον κόσμο να χάνεται σιγά σιγά κάτω από τα πόδια μου… Όταν έχασα τη Whitney, μόλις 1 ώρα πριν σκάσει το μαντάτο παρακολουθούσα το iconic “Welcome Home Heroes Concert” στον υπολογιστή. Τέλειωσε, τον έκλεισα, πήγα για ύπνο χωρίς να ασχοληθώ με τα social-ικά μου και την επόμενη μέρα το πρωί βλέπω “τα θύματα βόμβας μεγατόνων” παντού χωρίς να μπορώ να πιστέψω τί στο διάολο συνέβη…. Το προηγούμενο βράδυ της 21ης Απρίλη του 2016 άκουγα το “Lovesexy” και την 21η Απριλίου…the headlines: “Prince, the songwriter, singer, producer, one-man studio band and consummate showman, died on Thursday at his home, Paisley Park, in Chanhassen, Minn. He was 57.” Kαι αμέσως στο μυαλό, σαν χθες, η 1η μου επαφή μαζί του: μια κασέτα του πατέρα μου, με hits 1985-1986, γραμμένη από έναν 1ου ξάδερφο και με μόνο τραγούδι να μου κάνει πραγματική εντύπωση ένα “Raspberry beret“, με “αέρινα” ψυχεδελικά βιολιά στο backround και ένα δραματικό τόνο στη μελωδία που άλλαζε συνεχώς, χαρά-λύπη και τούμπαλιν. Φυσικά στην ηλικία των 8-9 ετών δεν είχα την ωριμότητα για τέτοιες διαπιστώσεις αλλά ήταν για τα αυτιά μου κάτι αναπάντεχα διαφορετικό σε ό,τι άκουγα μέχρι τότε. Υπέκυψα… και ο ξάδερφος ανέλαβε κακήν κακώς να μου γράψει όλο το “Around the world in a day“.
Μεγαλώνοντας έψαξα το παρελθόν, έζησα με κάθε του κυκλοφορία το παρόν (και το μέλλον!) και ο Prince, μαζί με άλλους μεγάλους καλλιτέχνες, μπήκε όχι μόνο στο δικό μου πάνθεον των ultra innovative artists αλλά όπου υπάρχει μουσικό και καλλιτεχνικό πάνθεον στο σύμπαν.
Ο Prince ήταν περσόνα που ξεχείλιζε από μουσικό feeling: Καταιγιστικά παραγωγικός συνθέτης, δεξιοτέχνης σε μουσικά όργανα, ειδικά στην κιθάρα, στα πλήκτρα και τα τύμπανα, ένας από τους αρχιτέκτονες της funk/pop/rnb/rock μουσικής, με τις ίδιες του τις δισκογραφικές καταθέσεις να αψηφούν όρια και genres. Σε μια καριέρα που διήρκησε από τα late 70’s μέχρι και την πρόσφατη solo tour “Piano & a microphone” φέτος, αναγνωρίστηκε ως sex symbol, μουσικό θαύμα και ένας καλλιτέχνης που διαμόρφωσε την καριέρα του όπως εκείνος ήθελε, ακόμα και με τις ενδιάμεσες μάχες με τις “επιτρεπόμενες” τακτικές της μουσικής βιομηχανίας. “Όταν ξεκίνησα τα βήματά μου με απασχολούσε περισσότερο απ’όλα η ελευθερία. Ελεύθερος να παράγω, ελεύθερος να παίξω όποιο όργανο θέλω στα τραγούδια μου, ελεύθερος να λέω πάντα αυτά που θέλω να πω” δήλωσε όταν προτάθηκε για το Rock and Roll Hall of Fame το 2004. Την ίδια βραδιά, σε μια εκδήλωση προς τιμήν του George Harrison, έπαιξε ο ίδιος solo guitar στο “While my guitar gently weeps” αφήνοντας την αίθουσα ισοπεδωμένη από συγκίνηση!
Κάτοχος 5 Grammy, με top 10 hits όπως τα “Little red corvette“, “When doves cry“, “Let’s go crazy“, “Kiss“, “The most beautiful girl in the world” και με albums που αποτελούσαν “μεγάλου μήκους” statements, όπως τα “Dirty mind“, “1999” & “Sing ‘O’ the times“. Δημιουργίες του αποτέλεσαν και μεγάλες επιτυχίες για άλλους, μεταξύ τους τα “Nothing compares 2U” της Sinnead O’Connor, “Manic Monday” των Bangles, “I feel 4U” της Chaka Khan. Με την ταινία και το soundtrack του “Purple rain” διηγήθηκε την μυθιστορηματική εκδοχή του ίδιου του του εαυτού: υπέρμαχος του διαφορετικού, ταλαντούχος, θεαματικά φιλόδοξος. Το ομότιτλο κομμάτι κατακτά Oscar στην κατηγορία original song και το album ξεπερνά τα 13.000.000 αντίτυπα μόνο στην Αμερική.
Στην πρόσφατη δήλωσή του σχετικά με τον θάνατο του Prince, ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Barrack Obama, είπε: “Λίγοι καλλιτέχνες έχουν επηρρεάσει τον ήχο και την διαδρομή της Popular μουσικής τόσο ευδιάκριτα ή άγγιξαν τόσο πολύ κόσμο με το ταλέντο τους” και πρόσθεσε “…ήταν ένας δεξιοτέχνης solist, λαμπρός και υποδειγματικός bandleader, performer γεμάτος ενέργεια. Κάποτε ο ίδιος είπε ότι ένα ισχυρό πνεύμα υπερβαίνει τα όρια. Κανενός το πνεύμα δεν υπήρξε πιο ισχυρό, πιο τολμηρό και πιο δημιουργικό από το δικό του“.
Ο Prince ηχογράφησε την πλεοψηφία της μουσικής του εντελώς μόνος του, παίζοντας κάθε όργανο και τραγουδώντας κάθε στίχο. Πολλά από τα albums του έχουν ως απλό credit “Produced, arranged, composed & performed by Prince“. Ερμηνεύοντάς τα on stage “έπιανε δουλειά” ως αρχηγός της ομάδας του, υιοθετώντας, πάντα στο δικό του μοναδικό ύφος, την “λουστραρισμένη”, στιβαρή και γεμάτη έκσταση και ηλεκτρισμό, παράδοση του James Brown. Εμφανίσεις αυθόρμητες και ταυτόχρονα ακριβείς, καθηλωτικές, είτε πρόκειται για Grammy Awards Telecast opening είτε για Superbowl Halftime show. Συχνά, ένα full arena concert ακολουθούσε και ένα late night club show, δίνοντας στο κοινό του ακόμη περισσότερο από αυτό που αμφότεροι αγαπούσαν τόσο: Μουσική! Στα μεγάλα του hits, από τη μια τραγούδησε παθιασμένα, στοργικά και παιχνιδιάρικα για το sex και την αποπλάνηση. Με λάγνο βλέμμα “κρεββατοκάμαρας” και πονηρό “θα στα μάθω όλα εγώ” χαμόγελο, υπήρξε ένα από τα από τα ωραιότερα “φλερτ” στον κόσμο της pop. Ένα sex symbol αφοσιωμένο στον ρομαντισμό και την ευχαρίστηση, όχι στην ανδρική σεξουαλική αλαζονεία και εξουσία. Από την άλλη στον massive κατάλογό του συγκαταλέγονται και τραγούδια που υπογραμμίζουν κοινωνικά, πολιτικά και θρησκευτικά ζητήματα, βυθισμένα πολλές φορές στον μυστικισμό και την επιστημονική φαντασία. Ο ίδιος μετέτρεψε τον εαυτό του σε ένα mixer δυαδικότητας -φυλετικής, σεξουαλικής, μουσικής, πολιτιστικής, συχνά “τσιγκλώντας τες” σε τραγούδια όπως το “Controversy” και ξεπερνώντας τες κατά τη διάρκεια της καριέρας του. Οι εκκεντρικότητες ωστόσο δεν ήταν λίγες: η έντονη αγάπη για το μωβ, το “U” αντί του “You”, το ζωγραφισμένο μάτι αντί του “I” (πολύ πριν τη μόδα του textspeak), η “αστυνομία” γύρω από τις online κυκλοφορίες του, η τάση του να “αμολάει αδέσποτη μουσική” από το internet μέχρι τις εφημερίδες, η έντονα private περσόνα του. Ωστόσο, για τους μουσικούς του και τους ακροατές του, αυτά ήταν και στοιχεία που συνέβαλαν στο κέρδος ολικού θαυμασμού και αναγνώρισης.
Η μουσική του επηρρέασε άμεσα και με διάρκεια. Μεταξύ τραγουδοποιών (ειδικά στην προσπάθειά τους να επινοήσουν καινούρια “come on’s” & “yeah’s“), μεταξύ παραγωγών (ειδικά των dance grooves ειδημόνων), μεταξύ πειραματιστών των studio και stage performers. Τραγούδησε σαν soulman, σαν rocker, σαν μπλουζίστας, σαν falcetto crooner. Το πιο άμεσα αναγνωρίσιμο (το οποίο αντιγράφηκε σχεδόν από τους πάντες) χαρακτηριστικό του ήταν ένα ιδιαίτερο είδος αιχμηρού και κοφτού funk ήχου, καθορισμένο κυρίως τόσο από τα keyboards όσο κι από το rhythm section. Βέβαια αυτό ήταν μόνο ένα από τα πολλά στυλ που θα υιοθετούσε και θα συνδύαζε στην μουσική του, από το hard rock μέχρι την psychedelic electrο. Kαι πάντα αυτή παρέμενε μια αστείρευτη πηγή ιδεών: θριαμβευτικά καλεϊδοσκοπική.
Γεννήθηκε στην Μινεάπολη, στις 7 Ιουνίου 1958. Πατέρας του ο John L. Nelson, μουσικός με το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Prince Rogers. Μητέρα του η Mattie Della Shaw, jazz ερμηνεύτρια στο group του πατέρα του, Prince Rogers Band. Χώρισαν το 1965 και η μητέρα του ξαναπαντρεύτηκε το 1967. Περνώντας κάποιο διάστημα μαζί τους, εκείνος παρέμενε βυθισμένος στην μουσική του μελέτη, μαθαίνοντας μόνος του να παίζει και διάφορα μουσικά όργανα. “Νομίζω ότι πάντα θα μπορείς να κάνεις ό,τι σου λέει το αυτί σου” είπε κάποτε στη σχολική εφημερίδα του γυμνασίου του, σύμφωνα με την βιογραφία του Touré Neblett “I would die 4U: Why Prince became an icon” τo 2013. Tελικά τους εγκατέλειψε, ζώντας για λίγο καιρό στο υπόγειο ενός γείτονα, του οποίου ο γιός, André Anderson, θα γινόταν αργότερα recording artist ώς André Cymone (Jody Watley, Adam Ant, Pebbles). Μαζί του και με τον Morris Day (αργότερα leader των Time) σχηματίζει το πρώτο του band. Ταυτόχρονα στο σχολείο συνεχίζει να μελετά περί μουσικής βιομηχανίας. Πρωτοηχογράφησε με τους 94East και ξεκίνησε να δουλεύει ταυτόχρονα σε solo υλικό. Ήταν ακόμη έφηβος όταν υπέγραψε με την Warner Bros Records, μια συμφωνία που περιελάμβανε ως βασικό όρο “full creative control“. Με το 1ο solo album του “For you” (#163 US) η προσοχή ήταν μέτρια. Το “Prince” του 1979 όμως (#22 US) του χάρισε το 1ο #1 hit στα RnB charts (“I wanna be your lover“) και την 11η θέση στο Top 100. Κατά την διάρκεια των 80’s σχεδόν κάθε του album έγινε million seller και μπήκε στο Top 10 των albums στο Billboard. Mε το 3ο του album “Dirty mind” (#45 US) ξεφεύγει από το τυπικό rnb ρομάντζο και την θέση του παίρνουν πιό βίαια και γραφικά σενάρια. Στο εξώφυλλο του album ποζάρει με φόντο ελατήρια κρεββατιού και προσθέτει περισσότερη rock guitar στον ήχο του. Ήταν ένα σαφές μήνυμα ότι δεν ήταν διατεθειμένος να αφήσει καλούπια και κατηγοριοποιήσεις να τον περιορίσουν. Στο “Controversy” του 1981 (#21 US) χλευάζει “Am I black or white? / Am I straight or gay?”. Το κοινό του ολοένα και μεγαλώνει. Οι Rolling Stones τον επιλέγουν ως opening act για συγκεκριμένο σκέλος της περιοδείας τους την ίδια χρονιά.
Εκείνος “μεγαλώνει” πιό δημιουργικός και παραγωγικός. Το επόμενο album “1999” (#9 US, #30 UK) ήταν διπλό lp. Το video για το single “Little red corvette” έγινε ένα από τα πρώτα αφροαμερικανού καλλιτέχνη με heavy rotation στο MTV. Ταυτόχρονα γράφει και κάνει παραγωγή στο female group “Vanity 6” και τους “Morris Day and the Time“, oι οποίοι θα είχαν και σημαίνοντα ρόλο στο “Purple rain” project. Στην ταινία ο Prince παίζει ένα παιδί (“The Kid”) που δραπετεύει από την καταπιεστική και καταχραστική οικογένειά του για να κυνηγήσει το rock stardom όνειρό του. Σκηνοθετημένο από τον Albert Magnoli, με budget 7.000.000 δολλάρια, το “Purple rain” ήταν το debut film του Prince και η μεταμόρφωσή του από απλό star σε superstar. Με 2 #1 hits (“When doves cry“, “Let’s go crazy“) μέσα στο 1984 κατέκτησε ταυτόχρονα 3 κορυφές στην Αμερική: singles, albums, film. Ωστόσο η “αντιπολίτευση” του χτύπησε την πόρτα. Το “Darling Nikki“, τραγούδι που περιέχεται στο “Purple rain”, με αναφορές στον αυνανισμό, σόκαρε την σύζυγο του τότε γερουσιαστή Al Gore, Tipper, όταν το άκουσε μέσω της κόρης της. Ως leader του “Parents’ Music Resource Center” πίεσε τις δισκογραφικές εταιρείες για την προειδοποίηση τέτοιων ακουσμάτων με την προσθήκη του “explicit content” sticker στα εξώφυλλα των albums. Ο ίδιος ο Prince αργότερα, περνώντας μια πιό θρησκευτική φάση στη ζωή του, αποφάσισε να μην χρησιμοποιήσει ανοσιότητες on stage αλλά δεν θα αποποιηθεί για κανένα λόγο την έννοια της σαρκικής απόλαυσης μέσω των τραγουδιών του. Δεν προσπάθησε να επαναλάβει τον blockbuster ήχο του “Purple rain” και για καιρό σταμάτησε και τις εμφανίσεις γενικότερα. Αποφάσισε να παίξει με πιό psychedelic στοιχεία για το επόμενο album “Around the world in a day” (#1 US, #5 UK) του 1985, με χαρακτηριστικό δείγμα το αριστουργηματικό single (…η 1η επαφή που ανέφερα στην αρχή….) “Raspberry beret” (#2 US, #2 UK) και με το soundtrack “Parade” του 1986 για την ταινία που έγραψε και σκηνοθέτησε ο ίδιος “Under the cherry moon“, η οποία σε αντίθεση με το album (#3 US, #4 UK) αποδείχθηκε αποτυχία. Το “Parade” του χαρίζει το 3ο του chart topper, το κλασσικό “ξεχαρβαλωμένο” “Kiss” (#1 US, #2 UK). Στα mid 80’s χτίζει το στουντιακό συγκρότημα κτιρίων “Paisley Park“, κόστους 10.000.000 δολλαρίων και το soundtrack για τον 1ο Batman του Tim Burton του επιφέρει άλλα 2.000.000 αντίτυπα (#1 US, #1 UK) και το 4ο και προτελευταίο του chart topper “Batdance” (#1 US, #2 UK). Η 5η και τελευταία φορά που θα ανέβαινε στην κορυφή του Billboard Singles Chart θα ήταν 2 χρόνια μετά, με το “Cream” (#1 US, #15 UK), από το “Diamonds and pearls” (#3 US, #2 UK) του 1991.
Η διαμάχη με την Warner φούντωσε στα 90’s, σχετικά με το μέγεθος της παραγωγής του και το πόση μουσική ήταν διατεθειμένος να “απελευθερώσει”. Είχε ξεκινήσει με το “Sing ‘O’ the times” του 1987 (#6 US, #4 UK) -σχεδόν για τους ΠΑΝΤΕΣ το απόλυτό του αριστούργημα- ένα album γεμάτο με πολιτικές και θρησκευτικές αναφορές, το οποίο μετατράπηκε σε διπλό lp, μετά την 3πλή αρχική μορφή του. Μέχρι τα μέσα των 90’s η μάχη ήταν πιό ανοιχτή και εμφανής, με τον Prince να κυκλοφορεί τη μιά δουλειά μετά την άλλη, με σκοπό το τέλος του συμβολαίου. Το αποτέλεσμα ήταν “χαλάσει” τόσο την ποιότητα του ήχου του και την έμπνευσή του όσο και τις πωλήσεις του. Εμφανίστηκε με την λέξη “slave” γραμμένη στο πρόσωπό του και το 1993 αλλάζει το όνομά του με ένα σύμβολο χωρίς προφορά. Επιστρέφει στο Prince το 1996 μετά την λήξη της συνεργασίας του με την Warner και κυκλοφορεί υπό την αιγίδα του δικού του label, NPG, το 3πλό “Emancipation” (#11 US, #18 UK). Τις επόμενες 2 δεκαετίες ο μουσικός κόσμος δέχεται καταιγισμό κυκλοφοριών του. Ωστόσο το μαζικό takeover της hip hop ενάντια στην rnb του στοίχισε σε ραδιοφωνική ανταπόκριση. Το τελευταίο του top 10 hit (Και μόλις το 1ο του #1 στην Μ. Βρετανία μετά από 16 χρόνια καριέρας!) ήταν το “The most beautiful girl in the world” (#3 US, #1 UK) το 1994.
Ήταν από αυτούς που πειραματίστηκαν νωρίς με τα online sales και την διανομή της μουσικής του αλλά τελικά εναντιώθηκε σε αυτό όταν συνειδητοποίησε την εκμετάλλευση καλλιτεχνών από τεχνολογικά brands & companies. Αντ’αυτού δοκίμασε άλλες μορφές διανομής όπως την κυκλοφορία του album “Planet Earth” το 2007 (#3 US) μέσω την Βρετανικής “Daily Mail” εφημερίδας. Ο κατάλογός του δεν είναι διαθέσιμος μέσω streaming services (Spotify) και πήρε νόμιμα, εκτενή και δραστικά μέτρα εναντίον χρηστών της μουσικής του στο YouTube και αλλού.
Ο Prince ΠΑΝΤΑ όμως εύκολα μπορούσε να ικανοποιήσει ένα live ακροατήριο και τα concerts του άνετα έπαιξαν τον πιό υποστηρικτικό ρόλο στην μετέπειτα πορεία της καριέρας του. Ήταν ένας ακούραστος performer: ποζάροντας, χορεύοντας, παίζοντας ανά διαστήματα το κάθε όργανο επί σκηνής, “πειράζοντας” το κοινό και στη συνέχεια εκθαμβώνοντάς το! Αγνοεί την νεροποντή κατά τη διάρκεια του “Purple rain” στο halftime show του Superbowl το 2007 (έχει ήδη μπεί στο πάνθεον των all time classic performances του) και το 2008 το όνομά του πρωτοστατεί στο Coachella Festival. Όλα τα bands “υπό τη δούλεψή του” είχαν ως κοινό χαρακτηριστικό την δική του funky ορμή και τα γρήγορα αντανακλαστικά του που έκαναν κάθε show του να μοιάζει τόσο καλά προετοιμασμένο όσο και αυτοσχεδιαστικό την ίδια στιγμή!
Το οικογενειακό του περιβάλλον περιλαμβάνει μιά αδερφή (Tyka Nelson) και πολλά ετεροθαλή αδέρφια. Οι γάμοι του με την Mayte Garcia και την Manuella Testolini κατέληξαν σε διαζύγιο.
Μεγάλο κομμάτι ηχογραφήσεών του παραμένει ακυκλοφόρητο. Ηχογραφήσεις που πηγαίνουν πίσω στα 80’s. Υπάρχει άραγε εκεί κρυμμένο άλλο ένα “Purple rain” ή ένα ακόμη “Raspberry beret”; Ο ίδιος αποκαλούσε αυτόν τον “θησαυρό”: “The Vault“. Όπως πολλά offstage καριέρας θέματά του, το περιεχόμενό του παραμένει επτασφράγιστο μυστικό. Προτιμώ όμως να το σκέφτομαι σαν “τα αριστουργήματα που θα ανακαλύψουμε στο μέλλον”. Όπως εκείνη η κασέτα του πατέρα μου…
Eυχαριστώ Prince. Ήταν τιμή μου….
© 2016, Panos Moggolias. All rights reserved.