Το εφηβικό “Melodrama” της Lorde γίνεται 5 ετών

Η νεαρή Νεοζηλανδή Lorde είναι ένα χαρισματικό πλάσμα, που από την εμφάνισή της μας εκπλήσσει ευχάριστα. Το ντεμπούτο της, Pure Heroine (2013), ήταν ένας electro & dream pop δίσκος, με μινιμαλιστική διάθεση, που έδωσε νέα πνοή στον ήχο της εποχής του. Με κομμάτια, όπως τα hits “Royals”, “Team” και “Tennis Court”, που έγραψε όταν ήταν μόλις 16, εξερεύνησε θέματα καταναλωτισμού, φήμης, κοινωνικού στάτους και χλεύασε την ποπ κουλτούρα.

Εκείνη την εποχή, που τα κομμάτια της έγιναν viral, ο David Bowie την χαρακτήρισε το μέλλον της μουσικής. Ήταν κάτι που επαληθεύτηκε πολύ σύντομα, με την κυκλοφορία του Melodrama (2017), που αυτό τον Ιούνιο κλείνει 5 χρόνια κυκλοφορίας. Αφιερώνω το παρόν άρθρο στον φίλο μου David, που μολονότι επέμενε να δώσω μια ευκαιρία στο δίσκο, αρνιόμουν, διότι βρισκόμουν σε πολύ διαφορετικό mood. Όταν τελικά ασχολήθηκα, ήταν πολύ αργά κι έτσι δεν πρόλαβα ποτέ να μοιραστώ μαζί του τον ενθουσιασμό μου.

Αμέσως μετά την απότομη επιτυχία του πρώτου της δίσκου, η Lorde αποσύρθηκε από τα φώτα της δημοσιότητας και μετακόμισε από τη Νέα Ζηλανδία στην Αμερική, ώστε να εξερευνήσει τον κόσμο. Σε πρώτη φάση, λοιπόν, ο δίσκος επηρεάστηκε από την απομυθοποίηση της φήμης και τα προβλήματα της ενηλικίωσης. Ο χωρισμός της, ωστόσο, με τον τότε εφηβικό της έρωτα έδωσε στο δίσκο μια νέα υπόσταση και τον μετεξέλιξε σε μια δουλειά, που εξερευνά τον απόηχο ενός οδυνηρού χωρισμού: τη μοναξιά, τον πόνο και τα συναισθήματα.

Μολονότι το Melodrama κινείται σε εξίσου electropop ρεύματα, διαφέρει εκ διαμέτρου από τον προκάτοχό του ως προς την παραγωγή. Σε αντίθεση με το μινιμαλιστικό και χιπ χοπ στυλ του Pure Heroine, η σύνθεση των κομματιών του περιλαμβάνει πιάνο, synthesizers και πλούσια φωνητικά στρώματα. Για την παραγωγή συνεργάστηκε με τον Jack Antonoff, ώστε η νέα της μουσική να διαφέρει όσο δυνατόν περισσότερο από ό,τι είχε κάνει προηγουμένως.

Το άλμπουμ ανοίγει με το lead single “Green Light”, που αντανακλά απόλυτα την οδύνη της νεαρής μουσικού μετά τη διάλυση της σχέσης της. Με διάθεση που αλλάζει από μπαλάντα σε electrodance και εθιστική μελωδία βασισμένη σε πιάνο, το κομμάτι αντανακλά την αστάθεια και τη σύγχυση που βιώνει μια έφηβη ψυχή. Ακολουθεί το “Sober”, που περιγράφει την κατάσταση όπου βγαίνεις με κάποιον, αλλά δεν έχετε ξεκαθαρίσει τι έχετε μεταξύ σας και χρειάζεσαι αλκοόλ για να μοιραστείς τα συναισθήματά σου. Highlights της σκοτεινής μελωδίας το dancehall beat και οι τρομπέτες, που προσδίδουν αδρεναλίνη.

Το πιο RnB κομμάτι του δίσκου είναι το “Homemade Dynamite”, που μεταφέρει τον ακροατή σε ένα party, όπου η ίδια γνωρίζει κάποιον και περνάνε μια ενθουσιώδη νύχτα μαζί. Η ευφορία συνεχίζεται στο ρομαντικό “The Louvre”, στο οποίο παθαίνει εμμονή με το αγόρι που γνώρισε και υπεραναλύει ακόμη και τη στίξη στα μηνύματά του. Το εκρηκτικό beat στο ρεφρέν, όπου μιμείται μια καρδιά που χτυπάει είναι από τις καλύτερες στιγμές στην παραγωγή του δίσκου.

Στο καθαρτικό “Liability”, η Lorde ανοίγει την ψυχή της και μοιράζεται τα προβλήματα αυτοεκτίμησης που αντιμετωπίζει από την εφηβεία, αλλά και τον τρόπο που την κατακρίνουν από όταν έγινε διάσημη. Ακολουθεί το “Hard Feelings/Loveless”, δύο μελαγχολικά κομμάτια που αντιπαραβάλλονται, με ένα ενδιάμεσο industrial ξέσπασμα και αποτυπώνει τις σκέψεις της για τον έρωτα της νέας γενιάς και το ευκαιριακό σεξ.

Η πειραματική διάθεση συνεχίζεται στο αριστουργηματικό “Sober II (Melodrama)”. Πλέον τα φώτα του party σβήνουν, η σχέση ξεφτίζει και τα απομεινάρια της προκαλούν μελαγχολία. Με απόλυτη μαεστρία, δραματικά έγχορδα αγκαλιάζουν ένα παράδοξο trap beat, δημιουργώντας μια συγκλονιστική και σπαρακτική εμπειρία. Στην μπαλάντα “Writer In The Dark” θρηνεί τη χαμένη της σχέση, δηλώνει πως θα τον αγαπάει για πάντα, ωστόσο πρέπει να προχωρήσει παρακάτω.

Το εύθυμο “Supercut” είναι η στιγμή που η Lorde αναπολεί τις στιγμές με την πρώην σύντροφό της, ρομαντικοποιώντας τις σε ένα παιχνίδι του μυαλού. Έτσι, θυμάται επιλεκτικά μόνο τις ευχάριστες αναμνήσεις, εστιάζοντας στο πως θα ήταν η ιδανική εκδοχή της μεταξύ τους σχέσης. Απευθυνόμενη στον εαυτό της, στο “Liability (Reprise)” συνειδητοποιεί πως μεγάλωσε, πρέπει να αντιμετωπίσει τον κόσμο γύρω της και να δεχτεί πως το ειδύλλιο που κάποτε βίωνε έλαβε τέλος.

Το πολύπλοκο συναισθηματικό ταξίδι ολοκληρώνεται αισίως με το “Perfect Places”. Το κομμάτι περιγράφει τους εφηβικούς προβληματισμούς γύρω από το αλκοόλ, το σεξ και τα ναρκωτικά και τον τρόπο, με τον οποίο προσδίδουν μια προσωρινή ευφορία, που ωστόσο είναι πολύ μακρινή από την πραγματικότητα.

Είναι γεγονός πως στο Pure Heroine, η Lorde έδειξε μια απαράμιλλη ωριμότητα και σοφία, παρά το γεγονός ότι ήταν μόλις 16. Στο Melodrama, ωστόσο, επέτρεψε στον εαυτό της να απελευθερωθεί και να μοιραστεί μια πιο ευάλωτη πτυχή του εαυτού της. Με αφορμή τη λήξη μιας μακροχρόνιας ρομαντικής σχέσης, δημιούργησε ένα άρτιο άλμπουμ, που αντανακλά τα προβλήματα και τα ψυχικά σκαμπανεβάσματα που αντιμετωπίζει ένας έφηβος στο δρόμο προς την ενηλικίωσή του. Τόσο η παραγωγή, όσο και οι αριστουργηματικοί στίχοι, καθιστούν τον δίσκο διαχρονικό και σίγουρα έναν από τους επιδραστικότερους της περασμένης δεκαετίας.

ICYMI:

Η Lorde κυκλοφόρησε το νέο της video The Path μέσα από την τελευταία της δισκογραφική δουλειά.

© 2022, Andreas Sotiroulis. All rights reserved.

Andreas Sotiroulis: Παθιασμένος visual artist και κλινικά εθισμένος σε πολυάριθμα μουσικά είδη. Ενίοτε γκρινιάρης. Λατρεύω τη θάλασσα, το μωβ και τις ξινές γεύσεις. Αντιπαθώ τους κριτικούς τέχνης.