12η Ιουλίου του 1979 | Η νύχτα που πέθανε η Disco

Μπορεί ένα αθλητικό γεγονός να αλλάξει την ιστορία της μουσικής;

1979. Η disco μουσική βρίσκεται πραγματικά στο απόγειό της. Η Donna Summer κυκλοφορεί τα “Hot Stuff” και “Bad Girls”, η Gloria Gaynor το “I Will Survive”, οι Village People καταλαμβάνουν τις πρώτες θέσεις των charts με τα “Y.M.C.A.” και “In the Navy”, ο Patrick Hernandez μας λέει ότι γεννηθήκαμε για να είμαστε ζωντανοί ενώ οι CHIC δεν φανταζόντουσαν ότι το “Le Freak” θα μείνει στην ιστορία.

Οι επικριτές της disco πολλοί. Κυρίως οι fans της rock μουσικής που έβλεπαν το αγαπημένο τους είδος να παραγκωνίζεται από τους ραδιοφωνικούς σταθμούς, τις δισκογραφικές εταιρίες και εν τέλει από το mainstream κοινό. Έβρισκαν τη disco μουσική πολύ απλή, απόλυτα επιφανειακή, χωρίς νόημα και αδύναμη τεχνικά. Η disco ήταν το αντίπαλο δέος της rock. 

Η βραδιά των βραβείων Grammy 1979 θα εξοργίσει ακόμη περισσότερο τους ροκάδες. Μεγάλοι νικητές της βραδιάς; Οι Bee Gees, συγκρότημα – σύμβολο της disco εποχής, οι οποίοι θα φύγουν όχι με 1 όχι με 2 αλλά με 4 βραβεία Grammy!

Ήταν η 12η Ιουλίου του 1979. Λίγο μετά τις 7 το απόγευμα. Στο γήπεδο της ομάδας μπέιζμπολ των Chicago White Sox διεξάγωνταν ο μεγάλος τελικός ανάμεσα στους οικοδεσπότες Sox και τους Detroit Tigers. Στις εξέδρες βρίσκονται περισσότεροι από 50.000 θεατές. Ο χώρος δεν ενδείκνυνται ούτε για το 50% αυτών. Όλοι τους κρατούν βινύλια από καλλιτέχνες της disco ενώ άλλοι έχουν μαζί τους αφίσες του John Travolta και των Village People. Δεν είχαν έρθει για τον αγώνα μπέιζμπολ. Ήθελαν να δουν τη disco να εξευτελίζεται, να πεθαίνει και να χαρούν βλεποντας το πτώμα της.

Πως όμως συγκεντρώθηκαν όλοι αυτοί οι επικριτές (haters αν θέλετε) της disco στον ίδιο χώρο;

Ήταν δουλειά δύο ραδιοφωνικών παραγωγών, του Steve Dahl και του Garry Meier. Ροκάδες μέχρι το κόκκαλο οι οποίοι αναγκάζονταν για λόγους ακροαματικότητας να παίζουν και disco τραγούδια στις εκπομπές τους. Φαίνεται ότι αυτό τους κούρασε αρκετά και έτσι με αφορμή τον τελικό μπέιζμπολ ζήτησαν από τους ακροατές τους να παρεβρευθούν στον αγώνα. Γιατί όμως κάποιος μη fan του αθλήματος να βρεθεί εκεί; Μα φυσικά για να δει τη disco να πεθαίνει. Αυτό έλεγαν και υπόσχονταν ξανά και ξανά στις εκπομπές τους λίγες εβδομάδες πριν την 12η Ιουλίου 1979. Μάλιστα, όσοι θα είχαν μαζί τους κάποιο βινύλιο ή αφίσα από καλλιτέχνη της disco θα έμπαινε στο χώρο του γηπέδου με μόλις 0,99 cents! Εξού και ο εξωφρενικός αρθμός των 50.000 στις κερκίδες.

Ο ραδιοφωνικός παραγωγός και επικριτής της disco, Steve Dahl.

Το ημίχρονο φθάνει. Σύσσωμο το κοινό από τις εξέδρες κατεβαίνει στο χώρο του γηπέδου. Όλοι τους πετούν τα βινύλια κάτω. Τα ποδοπατούν, τα διαλύουν. Μαρτυρίες από εκείνη τη βραδιά λένε ότι άλλοι τα έσπαγαν με τα δόντια τους και μετά τα έφτυναν. Οι αφίσες με τον Travolta γίνονται κομματάκια. Το πλήθος φωνάζει. Ουρλιάζει. DISCO SUCKSDISCO SUCKS ακούγεται ρυθμικά από το εκστασιασμένο πλήθος ενώ από τα μεγάφωνα του γηπέδου ο Steve Dahl θα προχωρήσει σε ένα λογύδριο άνευ προηγουμένου. Οι άνδρες ασφαλείας απλοί παρατηρητές. Το πλήθος είναι τεράστιο για να μπορέσουν να το ελέγξουν. Η κατάσταση έχει πραγματικά ξεφύγει.

Όχι, δεν είναι φωτογραφία από κάποια πολιτική διαδήλωση. Είναι από τη νύχτα της 12ης Ιουλίου 1979.

Ο Meier φώναζε συνθήματα κατά της disco και επευφημούσε μαζί με τους καταστροφείς των βινυλίων. Από την άλλη ο Dahl ζητούσε από το πλήθος να συγκεντρώσει τα σπασμένα βινύλια στο κέντρο του γηπέδου. Ο λόγος; Ο εκρηκτικός μηχανισμός που ήθελε να θέσει σε ισχύ για να καταστρέψει ολοσχερώς τα βινύλια με τις αφίσες. Και έτσι έγινε… Οι εκρήξεις διαδέχθηκαν η μια την άλλη ενώ ολόκληρος ο χώρος καλύφθηκε από φλόγες και καπνό. Το κοινό χειροκροτεί. Ζητωκραυγάζει.

Φυσικά και ο αγώνας καθυστέρησε να επιστρέψει από το ημίχρονο. Βέβαια με όλα αυτά ποιος είχε ακόμα στο μυαλό του τον αγώνα;

Μερικά από τα συγκεντρωμένα σπασμένα βινύλια που σε λίγη ώρα θα καταστρέφονταν ολοσχερώς από τον εκρηκτικό μηχανισμό του Dahl.

Έξι disco τραγούδια βρίσκονταν στη κορυφαία δεκάδα του Billboard Hot 100 την προηγούμενη εβδομάδα της 12ης Ιουλίου του 1979. Την επόμενη εβδομάδα μόλις ένα θα παραμείνει στο Top 10 (και συγκεκριμένα το “Bad Girls” της Donna Summer) ενώ το επόμενο disco τραγούδι θα βρίσκεται στην 13η θέση. Η νύχτα επηρέασε έντονα τη μουσική βιομηχανία αλλά και ολόκληρη τη κοινωνία. Οι σοκαριστικές εικόνες προκάλεσαν φόβο στους απανταχού λάτρεις του είδους φοβούμενοι όλοι κάποια ανάλογη βίαιη αντίδραση. Λίγους μήνες αργότερα οι ντισκοτέκ θα κλείνουν η μια μετά την άλλη ενώ οι ραδιοφωνικοί σταθμοί θα συνεχίσουν το μποϊκοτάρισμα προς τη disco. Τα καταστήματα με βινύλια και CDs θα αντικαταστήσουν στους καταλόγους τους το ”Disco Music” με το ”Dance Music” . Η λέξη disco απέκτησε αρνητική χροιά.

Τα επόμενα χρόνια καλλιτέχνες όπως ο David Bowie και οι Blondie που θα εισάγουν disco στοιχεία στα τραγούδια τους και θα κατηγορηθούν για sell-out, κοινώς ξεπούλημα. Όλα αυτά σε μια εποχή που η disco δε βρίσκονταν, πια, στη πρώτη γραμμή της μoυσικής βιομηχανίας. Το μίσος για το συγκεκριμένο είδος είχε ριζώσει.

Ο δίσκος Let’s Dance του David Bowie κυκλοφόρησε το 1983. Το album θα τον απομακρύνει από την rock αφού θα εισάγει disco και pop στοιχεία στη μουσική του. Ο ίδιος θα βρεθεί στο μάτι ενός κυκλώνα σχολίων που όλα είχαν έναν κοινό παρονομαστή. ”Ο Bowie ξεπουλήθηκε. Ξεπούλησε τη rock” έλεγαν κοινό και κριτικοί μουσικής.

Περίπου 40 χρόνια μετά από το συμβάν, πολλοί προσπαθούν να εντοπίσουν αν πίσω από τα γεγονότα της 12ης Ιουλίου 1979 κρύβονταν κίνητρα ρατσιστικά και ομοφοβικά. Μη ξεχνάμε ότι η disco ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής σε μειονότητες. Αφροαμερικανοί, λατινόφωνοι και γκέι θα βρούν ένα καταφύγιο στις ντισκοτέκ. Εκεί μπορούσαν να είναι ο εαυτός τους χωρίς κάποιος να τους επικρίνει. Να τους επικρίνει για αυτό που είναι. Πίσω από τις ντισκομπάλες, τα πολύχρωμα ρούχα και τον έντονο χορό κρύβεται μια θλιβερή αλήθεια. Η αλήθεια του να μην είσαι αποδεκτός από τη κοινωνία και να αναζητάς ένα-κάποιο καταφύγιο.

Ο ηδονισμός και η σεξουαλικότητα της disco κουλτούρας τάραξε τους συντηρητικούς κύκλους της αμερικανικής κοινωνίας που έβλεπαν ότι οι αξίες τους απειλούνταν. Μη ξεχνάμε ότι οι επιλογές των χαρακτήρων πίσω από τους Village People μόνο τυχαίες δεν ήταν αφού βασίζονταν πίσω από έρευνα σχετικά με τις μεγαλύτερες, φετιχιστικές, φαντασιώσεις εφήβων και νέων γκέι Αμερικανών.

Οι Village People το 1978.

Η disco δεν ήταν απλά μουσική. Ήταν κουλτούρα, πολιτιστικό φαινόμενο. Μια όαση ελευθερίας για τις μειονότητες.

Ο φρέσκος ήχος της disco ήρθε για να δώσει ζωντάνια και χαρά στον κόσμο. Στοιχεία που έλειπαν από τον αμερικανικό λαό. Μη ξεχνάμε ότι οι πληγές από τους πολέμους στη Κορέα και το Βιετνάμ ήταν ακόμη νωπές. Το μουσικό είδος θα συνδεθεί με συγκεκριμένες στυλισικές και ενδυματολογικές επιλογές, οι ντισκοτέκ θα αποτελέσουν το κέντρο της νυχτερινής διασκέδασης ενώ μια νέα γενιά από είδωλα θα γεννηθεί μπροστά στα μάτια όλων. Πρώτος και καλύτερος ο John Travolta με τους αξέχαστους ρόλους του στον κινηματογράφο και ιδίως στο ρόλο του στη ταινία Saturday Night Fever (Πυρετός το Σαββατόβραδο). Όπως προείπαμε ιδαίτερης χαράς και αναγνώρισης θα τύχει η Donna Summer (φέρει το προσωνύμιο της Βασίλισσας της Ντίσκο) και οι Bee Gees ενώ στην Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο οι Boney M. και οι ABBA θα αποκτήσουν die-hard fans.

Ο John Travolta ως Tony Manero στη ταινία Πυρετός το Σαββατόβραδο (1977).

2023. Ο Πυτερός το Σαββατόβραδο έχει σβήσει, οι ντισκοτέκ δεν υπάρχουν πια και κανείς δε θα τολμήσει να χτενιστεί ή να ντυθεί όπως το 1979. Η disco δεν είναι πια μαζί μας. Τουλάχιστον όχι με τη μορφή που αυτή μεσουράνησε. Όμως το στίγμα της στην ιστορία είναι ανεξήτηλο.

Αλήθεια, κατάφερε ποτέ κανείς να σκοτώσει τη disco;

Μη ξεχνάτε να μένετε συντονισμένοι και στο Instagram Account του Music Hunter για περισσότερα music news, reviews αλλά και πολλούς διαγωνισμούς! Βρείτε μας ΕΔΩ.

© 2022 – 2023, Thanos Kritsimis. All rights reserved.

Thanos Kritsimis: Αν η ζωή μου είχε μια playlist τότε σίγουρα σε αυτήν θα έβρισκες τραγούδια της Norah Jones, της Fiona Apple, της Lily Allen και των Moloko. Κάπου διάσπαρτα θα συναντούσες και τραγούδια της Lady Gaga αλλά και κάποιο Eurovision track.