Αυτές τις μέρες, οι περισσότεροι μουσικόφιλοι ασχολούμαστε με τον θεσμό της Eurovision, την φετινή εκπρόσωπό μας Demy αλλά και με το ποιο τραγούδι θα ταξιδέψουμε ως Ελλάδα στο Κίεβο της Ουκρανίας, στα εδάφη του οποίου το 2005 σηκώσαμε περήφανα τη κούπα χάρη στην Έλενα Παπαρίζου και την γεμάτη ζωντάνια εμφάνισή της!
Μέσω του Music Hunter θα ήθελα να κάνω ένα μοναδικό αφιέρωμα με μία αναδρομή μέσα στα χρόνια και την ιστορία της Eurovision με θέμα τους Έλληνες καλλιτέχνες που έχουν συμμετάσχει στον μακροβιότερο τηλεοπτικό μουσικό πρόγραμμα της Ευρώπης. Επειδή όμως το να αναλύσουμε ξανά τους εκπρόσωπους της χώρας μας όλα αυτά τα χρόνια είναι πλέον γραφικό πάμε να γυρίσουμε τον χρόνο πίσω και να ανακαλύψουμε κάτι που οι περισσότεροι ίσως να μη γνωρίζουν! Θα δούμε σπουδαίους Έλληνες ερμηνευτές και καλλιτέχνες που έχουν λάβει μέρος στον διαγωνισμό αυτό εκπροσωπώντας άλλες χώρες της Γηραιάς Ηπείρου και όχι την πατρίδα τους, την Ελλάδα!
Ποιοι είναι λοιπόν αυτοί οι Έλληνες που σήκωσαν το βαρύ φορτίο της εκπροσώπησης μίας ξένης χώρας, έτσι για να θυμηθείτε οι παλιοί και να μαθαίνετε οι καινούργιοι!
Την αρχή έκανε ο Jimmy Makulis (1935-2007) όταν εκπροσώπησε την Αυστρία στον διαγωνισμό του 1961. Ο Makulis (γεν. Δημήτριος – Τζίμης – Μακούλης) αφού γνώρισε επιτυχία στα πάτρια εδάφη ως μοντέρνος τραγουδιστής, συνθέτης και στιχουργός, αποφάσισε τη δεκαετία του ’50 να ανοίξει τα φτερά του και στο εξωτερικό και συγκεκριμένα στη Γερμανία και στις Η.Π.Α. Το 1961, και έχοντας ήδη δημοτικότητα και καριέρα στις γερμανόφωνες χώρες, ο Αυστριακός ραδιοτηλεοπτικός φορέας ORF του έκανε επίσημη πρόταση να εκπροσωπήσει την χώρα στον ανερχόμενο τότε ακόμα διαγωνισμό τραγουδιού της Eurovision κάτι που ο ίδιος απεδείχθη με χαρά. Έτσι, ο Jimmy Makulis έγινε ο πρώτος Έλλην καλλιτέχνης που συμμετείχε ποτέ στην Eurovision, σε μία χρονιά που η Ελλάδα δεν είχε καν αποπειραθεί να σκεφτεί το ενδεχόμενο μιας συμμετοχής στον εν λόγω διαγωνισμό! Παρά τη σπουδαία καριέρα του και τις υψηλές πωλήσεις των δίσκων του, ο Jimmy Makulis δεν μπορούμε να πούμε ότι είχε την αντίστοιχη πορεία στον διαγωνισμό. Το τραγούδι του “Sehnsucht” (σε μουσική και στίχους του Leopold Andrejewitsch) κατάφερε να συγκεντρώσει μόλις έναν βαθμό κι αυτόν από την επιτροπή της Αγγλίας. Βέβαια, το βαθμολογικό σύστημα τότε ήταν τελείως διαφορετικό από το σημερινό (το οποίο εφαρμόστηκε για πρώτη φορά το 1975) ωστόσο, ο μοναδικός αυτός βαθμός, φυσικά δεν θα μπορούσε να του προσφέρει με κανένα βαθμολογικό σύστημα κάποια υψηλή θέση. Έτσι, η γερμανόφωνη συμμετοχή της Αυστρίας, περιορίστηκε στην 15η και προτελευταία θέση του διαγωνισμού του 1961!
Αμέσως μετά (χρονολογικά πάντα) συναντάμε την σπουδαία Nana Mouskouri (γεν. Ιωάννα Μούσχουρη, 13 Οκτωβρίου 1934) η οποία λίγο καιρό μετά την μετακόμισή της στο Παρίσι, το 1960, με σκοπό μία διεθνή καριέρα, έλαβε πρόταση για συμμετοχή στον διαγωνισμό! Συγκεκριμένα, το 1963, το κρατικό κανάλι του Λουξεμβούργου επέλεξε να εκπροσωπηθεί στον διαγωνισμό της Eurovision εκείνης της χρονιάς με το τραγούδι “À force de prier” σε σύνθεση του Raymond Bernard, στίχους του Pierre Delanoë προτείνοντας ως ερμηνεύτρια την Nana Mouskouri. Μπορεί η συμμετοχή να τερμάτισε 8η με 13 βαθμούς (ανάμεσα σε 16 συμμετοχές) ωστόσο το τραγούδι γνώρισε μεγάλη επιτυχία στις Γαλλόφωνες χώρες της Ευρώπης βοηθώντας έτσι την αρχή μιας σημαντικής καριέρας για μία Ελληνίδα γεμάτη όνειρα. Από τα τέλη της δεκαετίας πλέον, η Nana Mouskouri αναγνωρίζεται ήδη ως παγκόσμιο μουσικό φαινόμενο πουλώντας εκατομμύρια αντίτυπα δίσκων…
Τρίτη κατά σειρά “Ελληνική” συμμετοχή έχουμε μόλις δύο χρόνια μετά τη συμμετοχή της Nana Mouskouri. Μετά την Αυστρία και το Λουξεμβούργο, η Ελβετία, η πρώτη νικήτρια χώρα του διαγωνισμού αυτού, επέλεξε το 1965 να εκπροσωπηθεί από την Yovanna (γεν. Ιωάννα Φάσσου Καλπαξή, 1940) και την σύνθεση “Non, à jamais sans toi” των Bob Calfati και Jean Charles. Η Yovanna, ξεκίνησε τη καριέρα της στην Ελλάδα στα μέσα της δεκαετίας του ’50 κάνοντας εκπομπές στο Ελληνικό Ραδιόφωνο ενώ παράλληλα έκανε εμφανίσεις σε μαθητικά και μη κονσέρτα ως κλασσική τραγουδίστρια. Όταν όμως, έχασε με κάποιον περίεργο τρόπο την υποτροφία που είχε αρχικά κερδίσει για την μουσική ακαδημία Santa Cecilia της Ρώμης, αποφάσισε να εγκαταλείψει την όπερα και να ασχοληθεί περισσότερο με το ελαφρό τραγούδι. Συμμετείχε σε πολλά εγχώρια Φεστιβάλ κερδίζοντας πολλά βραβεία και διακρίσεις ενώ στις αρχές της δεκαετίας του ’60 πραγματοποίησε συναυλίες και σε χώρες του εξωτερικού όπως την Πολωνία, την Ρωσία, τη Γεωργία και την Ουκρανία με ιδιαίτερα σημαντική διάκριση το πρώτο βραβείο που κέρδισε στο Φεστιβάλ Sopot στη Πολωνία, εκπροσωπώντας την Ελλάδα με το τραγούδι του Μίμη Πλέσσα και του Κώστα Κινδύνη “Τι κρίμα”. Κάπως έτσι άρχισε και η διεθνή καριέρα της… Το 1965 λοιπόν, συμμετείχε στην Ελβετική προεπιλογή για την Eurovision κερδίζοντας την πρώτη θέση με το βραβείο να είναι η εκπροσώπηση της χώρας στον συγκεκριμένο Ευρωπαϊκό διαγωνισμό. Στη Eurovision, έλαβε την 8η θέση με μόλις 8 βαθμούς, γεγονός που την βοήθησε να συνεχίσει την ήδη επιτυχημένη πορεία της σε διάφορες Ευρωπαϊκές χώρες. Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80, η αγαπητή σε πολλούς Yovanna εγκαταλείπει το τραγούδι για να ασχοληθεί επαγγελματικά με την ποίηση και την συγγραφή βιβλίων και θεατρικών έργων, κάτι που συνεχίζει με μεγάλη επιτυχία μέχρι και σήμερα.
Το 1967, το Λουξεμβούργο επιλέγει για ακόμη μία φορά, μετά τo 1963, να τιμήσει τις Ελληνικές γυναικείες φωνές στέλνοντας στην Ευρώπη ως εκπρόσωπό του την μόλις 17χρονη τότε, Vicky Leandros (γεν. Βασιλική Παπαθανασίου, 1949). H Βασιλική Παπαθανασίου, κόρη του σπουδαίου συνθέτη Λέανδρου Παπαθανασίου (μετέπειτα γνωστός παγκοσμίως ως Leo Leandros) γεννήθηκε και έζησε μέχρι τα 8 πρώτα της χρόνια στην Κέρκυρα. Μετά το διαζύγιο των γονιών της, ακολούθησε τον πατέρα της στην Γερμανία, όπου είχε ήδη μετακομίσει εκεί για επαγγελματικούς λόγους. Εκεί ξεκινά και τις πρώτες σπουδές της στη μουσική μαθαίνοντας κιθάρα και παίρνοντας μαθήματα φωνητικής. Το 1965, κυκλοφορεί υπό το ψευδώνυμο Vicky Leandros (μετατρέποντας το Βασιλική σε Βίκυ και υιοθετώντας το καλλιτεχνικό επίθετο του πατέρα της, ο οποίος το είχε μετατρέψει σε Leandros με βάση το μικρό του όνομα, καθώς το “Παπαθανασίου” δεν βοηθούσε για διεθνή καριέρα) το πρώτο της τραγούδι “Messer, Gabel, Schere, Licht” σε σύνθεση του πατέρα της, ο οποίος είναι και manager της. Κάπως έτσι, ξεκινά μία τεράστια διεθνή καριέρα…. Δύο χρόνια μετά, το 1967, το Λουξεμβούργο, αποφασίζει να εκπροσωπηθεί στην Eurovision από το τραγούδι “L’amour est bleu” σε σύνθεση του André Popp και στίχους του Pierre Cour. Επιλέγουν για ερμηνεύτρια την μόλις 17 χρονών τότε ανερχόμενη Vicky Leandros. Με 17 βαθμούς, το τραγούδι κερδίζει την 4η θέση ανάμεσα σε 17 συμμετοχές. Αυτό που ακολούθησε όμως μετά, σίγουρα δεν το υπολόγιζε κανείς. Το “L’amour est bleu” αγαπήθηκε τόσο έντονα και τόσο πολύ από όλη την Ευρώπη και η Vicky “αναγκάστηκε” να το ηχογραφήσει και να το κυκλοφορήσει στη συνέχεια σε 4 διαφορετικές γλώσσες: Αγγλικά, Γερμανικά, Ιταλικά και Ολλανδικά. Το γεγονός αυτό βοήθησε πολύ την νεαρή Vicky να μπει για τα καλά στον κόσμο της δισκογραφίας και να συμμετέχει σε πολλές συναυλίες. Ταυτόχρονα, κυκλοφορούσε δίσκους και τραγούδια και στην Ελλάδα, καθώς όπως δήλωνε σε συνεντεύξεις της ήταν μία περήφανη Ελληνίδα και δεν ήθελε να χάσει επαφή με τις ρίζες της.
Η Vicky επιστρέφει στον διαγωνισμό και πάλι με το Λουξεμβούργο το 1972... Ανήμερα της Εθνικής Γιορτής της Ελλάδας, 25 Μαρτίου, και μόλις δύο χρόνια πριν την πρώτη επίσημη συμμετοχή της χώρας μας στον διαγωνισμό, η Vicky εμφανίζεται στη σκηνή ιδιαίτερα όμορφη και κομψή, γεμάτη αυτοπεποίθηση και σιγουριά και σε τίποτα δε θυμίζει το ντροπαλό, γλυκό κοριτσάκι του 1967… Ερμηνεύει με πάθος το “Après Toi”, μία Γαλλόφωνη μπαλάντα των Mario Panas, Yves Dessca και Klaus Munro, κερδίζοντας με 128 βαθμούς την πρώτη θέση! Έτσι, γίνεται η πρώτη Ελληνίδα νικήτρια στην ιστορία του θεσμού… Θα ακολουθήσει μετά από πολλά χρόνια, μόλις το 2005, η Έλενα Παπαρίζου! Το “Après Toi” ηχογραφήθηκε και κυκλοφόρησε επίσης σε πολλές γλώσσες (Αγγλικά, Ελληνικά, Ιταλικά, Γερμανικά, Ισπανικά και Γιαπωνέζικα) γνωρίζοντας τεράστια επιτυχία!
Τόσο το “Après Toi” όσο και το “L’amour est bleu” γνώρισαν τεράστια επιτυχία όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά και παγκοσμίως με τους αντίστοιχους δίσκους να πουλάνε εκατομμύρια αντίτυπων ενώ διασκευάστηκαν κατά καιρούς από πολλούς καλλιτέχνες σε διάφορες χώρες και γλώσσες. Μάλιστα, το “L’amour est bleu” θεωρείται και ένα από τα 4 πιο δημοφιλή μη βραβευμένα τραγούδια της Eurovision, μαζί με τα “Nel blu dipinto di blu [Volare]” (Ιταλία 1958), το “Eres tu” (Ισπανία 1973) και το “Dschinghis Khan” (Γερμανία 1979).
Αυτοί ήταν οι 4 σπουδαίοι καλλιτέχνες, ΕΛΛΗΝΕΣ, που διέπρεψαν και διαπρέπουν ακόμη με την ιστορία και τα έργα τους σε παγκόσμιο επίπεδο, διαφημίζοντας την χώρα μας σε άλλες χώρες του εξωτερικού, με όπλο ένα αγνό και αληθινό μέσον: το τραγούδι. Αυτοί ήταν οι 4 πρώτοι ΈΛΛΗΝΕΣ που “πάτησαν” το πόδι τους στην Eurovision, σε έναν θεσμό που εκτιμά και σέβεται τη μουσική ακατάπαυστα από το 1956.
Εκτός από αυτούς τους τέσσερις όμως, θα ήθελα να προσθέσω στο αφιέρωμα αυτό ακόμη τρεις. Τρεις σπουδαίους ερμηνευτές, συγκριτικά με τους προηγούμενους τέσσερις πιο σύγχρονους, πιο μοντέρνους, που είχαν και αυτοί το δικό τους κομμάτι στη Eurovision παρά το γεγονός ότι δεν εκπροσώπησαν την ιδιαίτερη πατρίδα τους. Ο λόγος για τους Ελπίδα, Γιάννη Σαββιδάκη και Annet Artani. Τρεις ερμηνευτές που συμμετείχαν στον διαγωνισμό τραγουδιού της Eurovision εκπροσωπώντας την αδερφική Κύπρο, με μόνη εξαίρεση την Ελπίδα που έχει εκπροσωπήσει ΚΑΙ την Ελλάδα (1979). Ας τα δούμε όμως αναλυτικά…
Το 1986, η Ελπίδα (γεν. Ελπινίκη Καραγιαννοπούλου, 1950) είναι ήδη γνωστό όνομα σε Ελλάδα και Κύπρο. Έχει ήδη ενταχθεί στη δισκογραφία και έχει ήδη κυκλοφορήσει τραγούδια-σουξέ όπως το “Στη Ντισκοτέκ”, “Έτσι απλά σ’ αγαπώ”, “Αντίο”, “Τι είναι η αγάπη” και πολλά άλλα. Το 1979, εκπροσώπησε την Ελλάδα στη Eurovision με το “Σωκράτης” το οποίο έγινε μεγάλη επιτυχία τόσο σε Ελλάδα και Κύπρο όσο και σε πολλές χώρες της Ευρώπης όπως το Ισραήλ και η Γερμανία. Όλη αυτή η…. προϋπηρεσία λοιπόν, βοήθησε αρκετά το ΡΙΚ, το κρατικό κανάλι της Κύπρου, να επιλέξει για εκπρόσωπό της για τη Eurovision 1986 τη συγκεκριμένη τραγουδίστρια! Όπως και έγινε… Σε μία χρονιά που η Ελλάδα απουσίαζε από τον διαγωνισμό, η Κύπρος συμμετέχει με το ρυθμικό και μοντέρνο κομμάτι του Πέτρου Γιαννάκη “Τώρα ζω”. Το τραγούδι ωστόσο φαίνεται να μην άρεσε ιδιαίτερα στους Ευρωπαίους οι οποίοι του έδωσαν μόλις 4 βαθμούς (3 από Γιουγκοσλαβία και 1 από Ιρλανδία) ενώ η Ελπίδα από την 8η θέση που είχε σκοράρει με επιτυχία το 1979, “έπεσε” στην 20η και τελευταία θέση το 1986 για χάρη της Κύπρου… Μαζί της στη σκηνή, στα φωνητικά, ήταν η ανερχόμενη τότε Ευρυδίκη ενώ ο συνθέτης και στιχουργός του τραγουδιού Πέτρος Γιαννάκης θα υπογράψει και τη συμμετοχή της Κύπρου το 2006, που θα δούμε αργότερα…
Αξίζει φυσικά να αναφερθεί ότι η Ελλάδα, αν συμμετείχε τελικά στον διαγωνισμό του 1986, θα ταξίδευε με ερμηνεύτρια την Πωλίνα, η οποία το 1979 έκανε φωνητικά επί σκηνής στον “Σωκράτη”. Θα είχαμε δηλαδή εκ νέου, συνάντηση Ελπίδας-Πωλίνας επί σκηνής 7 χρόνια αργότερα…
Επόμενη στάση, 1989, όταν η Κύπρος εκπροσωπείται από την Φάνη Πολυμέρη και τον Γιάννη Σαββιδάκη…
Το τραγούδι με το οποίο οι δύο καλλιτέχνες εκπροσώπησαν το Νησί της Αφροδίτης ήταν η μπαλάντα “Απόψε ας βρεθούμε” σε σύνθεση του Μάριου Μελετίου και στίχους της Έφης Μελετίου. Η Πολυμέρη και ο Σαββιδάκης εμφανίστηκαν στη σκηνή σχετικά άνετοι παρά την απειρία τους στο επάγγελμα (ήταν και οι δύο στα πολύ αρχικά βήματά τους στη συγκεκριμένη δουλειά) ωστόσο ντυμένοι σαν νιόπαντρο ζευγάρι, κάτι που σχολιάστηκε ιδιαίτερα από τον Ελληνικό τύπο της εποχής. Συγκεντρώνοντας 51 βαθμούς (12 από Ισλανδία παρακαλώ, ενώ η Ελλάδα έδωσε στη συμμετοχή αυτή μόλις 7) η Κύπρος ανεβαίνει στην 11η θέση ανάμεσα σε 22 συμμετοχές!
Κλείνω το αφιέρωμα με την συμμετοχή της Κύπρου το 2006…
20 χρόνια μετά το “Τώρα ζω” ο Πέτρος Γιαννάκης επιστρέφει στη Eurovision για χάρη της Κύπρου με άλλη μία μπαλάντα (αγγλόφωνη αυτή τη φορά) ενώ το ΡΙΚ επιλέγει και πάλι καλλιτέχνη από την Ελλάδα. Αυτή τη φορά η επιλογή δεν γίνεται με εσωτερική ανάθεση αλλά με ανοιχτό εθνικό τελικό. Επικρατεί η μπαλάντα “Why angels cry” σε ερμηνεία της Ελληνοαμερικάνας Annet Artani (γεν. Αννέτα Σταματελάτου, 1976) η οποία είναι ήδη γνωστή εκείνη τη περίοδο από τη συμμετοχή της στο Ελληνικό talent show “Fame Story #3” το 2004 (με εξαιρετικές κριτικές για την υπέροχη φωνή της) αλλά και από την δισκογραφική επιτυχία της το 2005 με το τραγούδι “Goodbye amor” ενώ έχει ήδη κερδίσει το ενδιαφέρον του κόσμου μετά την ανακάλυψη ότι η ίδια βρίσκεται πίσω από την τεράστια επιτυχία της Britney Spears “Everytime”!
Η Annet κερδίζει τη πρώτη θέση στον Κυπριακό τελικό του 2006 και εκπροσωπεί το Νησί της Αφροδίτης στη Eurovision 2006 που λαμβάνει χώρα στην Αθήνα. Η συμμετοχή, σύμφωνα με τους κανονισμούς, οφείλει να διαγωνισθεί αρχικά στη φάση του Ημιτελικού και αν καταφέρει να πλασαριστεί βαθμολογικά στα 10 πρώτα τραγούδια, τότε κερδίζει μία θέση και για τον γύρο του Μεγάλου Τελικού του διαγωνισμού. Κάτι τέτοιο ωστόσο φαίνεται να μην γίνεται, αφού με μόλις 57 βαθμούς, η Κύπρος τερματίζει στην 15η θέση του Ημιτελικού… Δύο χρόνια μετά, προσπαθεί να εκπροσωπήσει την Ελλάδα στον διαγωνισμό χωρίς όμως επιτυχία βάζοντας έτσι ένα “πρόχειρο τέλος” στην καριέρα της επί Ελληνικού εδάφους και μετακομίζοντας στην πόλη όπου γεννήθηκε, Νέα Υόρκη, για μία εκεί καριέρα…
Αυτοί ήταν οι τέσσερις + τρεις Έλληνες καλλιτέχνες που πέρασαν από τον διαγωνισμό τραγουδιού της Eurovision χωρίς όμως η Ελληνική σημαία να κυματίζει στις αποστολές τους… (με εξαίρεση την Ελπίδα το 1979).
Θα ακολουθήσει σύντομα άλλο ένα παρόμοιο αφιέρωμα, μεγαλύτερης εμβέλειας, όταν θα δούμε καλλιτέχνες παγκοσμίου φήμης που έχουν περάσει από τον διαγωνισμό της Eurovision είτε πριν γίνουν γνωστοί είτε όντως ήδη τεράστια ονόματα της μουσικής βιομηχανίας… Και μη βιάζεστε να σκεφτείτε ήδη 2-3 ονόματα…. ο κόσμος της Eurovision κρύβει πολλά μυστικά που ίσως να μην γνωρίζετε…
Krikor Kevorkian
© 2017, Krikor Kevorkian. All rights reserved.