Συχνά με τον θάνατο ενός καλλιτέχνη που έχει μακροχρόνια καριέρα ακούμε την ατάκα: ”τέλος εποχής”.
Πολλές φορές είναι μια δημοσιογραφική ευκολία, άλλες πάλι ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Αυτή την φορά, είναι ίσως ότι πιο εύστοχο μπορεί να γράψει κάποιος. Για τον απλούστατο λόγο ότι ο Τόλης Βοσκόπουλος πήρε την βαλίτσα του, όπως λέει και ένα τραγούδι του, και μας άφησε σίγουρα πιο φτωχούς.
Στην Κοκκινιά του Πειραιά, από Μικρασιάτες γονείς, γεννιέται ο Τόλης Βοσκόπουλος το 1940. Η οικογένεια του είχε δώδεκα παιδιά. Αυτός ήταν το μοναδικό αγόρι.
Το 1958, σε ηλικία 18 χρόνων, κάνει το ντεμπούτο του στο θέατρο και δυο χρόνια αργότερα στον βουβό ρόλο του κομφερανσιέ στον κινηματογράφο στην ταινία, ‘Τρεις Γυναίκες και Εγώτου μουσικοσυνθέτη Λυκούργου Μαρκέα‘. Στην δισκογραφία όμως κάνει το ντεμπούτο με το τραγούδι, ‘Βήμα-Βήμα’, του μουσικοσυνθέτη Λυκούργου Μαρκέα.
Το 1967, κυκλοφορεί το 45αρι όπου περιλαμβάνει δυο κομμάτια. Το ένα είναι το ‘Αναμνήσεις‘ σε ερμηνεία όχι του Βοσκόπουλου αλλά από την Δούκισσα. Το δεύτερο ήταν το ντουέτο τους με τίτλο, ‘Να Φύγεις και Να Μη Σε Νοιάζει‘.
Είναι όμως το 1968 όπου ο Βοσκόπουλος κυκλοφορεί τον δίσκο που τον καθιέρωσε. Σε μουσική του Γιώργου Ζαμπέτα και με αστρονομικό ποσό των 300.000 πωλήσεων, άπιαστο κατόρθωμα για την εποχή, κυκλοφορεί τον δίσκο ‘Αγωνία‘. Ένας ιστορικός δίσκος με δώδεκα τραγούδια.
Στην αυγή της δεκαετίας του ’70, ο Τόλης κυκλοφορεί έναν δίσκο που έμελλε να σημαδέψει την καριέρα του. ‘Αδέλφια Μου, Αλήτες Πουλιά‘ είναι ο τίτλος του δίσκου αλλά και του single που τον συνόδεψε σε όλη του την καριέρα και που η ερμηνεία του σε αυτό το τραγούδι υπήρξε η πηγή για πολλές μεταγενέστερες αναφορές στην ποπ κουλτούρα. Φυσικά η εισαγωγή του τραγουδιού είναι από τις πιο χαρακτηριστικές στην ελληνική δισκογραφία.
Στον ίδιο δίσκο υπήρχαν και τα τραγούδια, ‘Και Συ Θα Φύγεις‘ και το ‘Φεγγάρι Πάνωθε Μου‘. Το δεύτερο single είναι από τα ιστορικά κομμάτια της ελληνικής δισκογραφίας αλλά και η αρχή ενός μεγάλου έρωτα που αποτυπώθηκε με τον πιο θρυλικό τρόπο στην μεγάλη οθόνη. Σημείο αναφοράς στην ποπ κουλτούρα είναι το ζεϊμπέκικο της Λάσκαρη στην ταινία, ‘Μαριχουάνα Στοπ‘, με τον Τόλη να ερμηνεύει το τραγούδι δίπλα της. Μια αθάνατη, κυριολεκτικά, στιγμή του ελληνικού κινηματογράφου και τραγουδιού.
Όλο αυτό το διάστημα ο Τόλης δεν έπαψε να γυρνάει ταινίες. Είτε έπαιζε στα μιούζικαλ του Δαλιανίδη, είτε σε ταινίες με κεντρικό πρόσωπο τον ίδιο, η παρουσία του στην μεγάλη οθόνη είναι αδιάκοπη όλη την δεκαετία του ’60 και στις αρχές του ’70. Μια από αυτές την αγαπούσε ιδιαίτερα και δεν είναι άλλη από την ομότιτλη του δίσκου που αναφέραμε παραπάνω και έκανε πρεμιέρα του 1971.
Το ‘Σε Ικετεύω‘ του 1971 κυκλοφορεί και έχει μέσα επιτυχίες όπως το ‘Συγχωρήστε Απόψε Το Παιδί‘ και το ‘Ψύλλοι Στ’ Αυτιά Μου‘.
Το 1974 όμως είναι η στιγμή για ακόμα μια ιστορική στιγμή. Ο Βοσκόπουλος συνεργάζεται με την Μαρινέλλα. Η κοινή του πορεία αποτυπώνεται και στην δισκογραφία με αρκετά τραγούδια αλλά με ένα που πλέον είναι ανάμεσα στα καλύτερα ντουέτα της ελληνικής δισκογραφίας. Νομίζω ότι όλοι ξέρουμε σε ποιο τραγούδι αναφέρομαι:
Η δεκαετία του ’70 προχωράς, ο Βοσκόπουλος κυκλοφορεί συνεχώς νέους δίσκους και οι επιτυχίες διαδέχονται η μια την άλλη. Το 1977, μια από αυτές είναι το τραγούδι, ‘Είναι Το Κάτι Που Μένει‘.
Το ’77 όμως κυκλοφορεί ακόμα έναν δίσκο, ‘Οι Αναμνήσεις Ξαναγυρίζουν‘, ερμηνεύοντας τραγούδια που αγαπήθηκαν όπως το ‘Σαν της Γαρδένιας το Ανθό‘.
Τα τραγούδια, οι συνεργασίες του Τόλη Βοσκόπουλου είναι αμέτρητες. Ο ίδιος είχε ένα μεγάλο φάσμα συνεργασιών με ονόματα όπως Γιώργου Ζαμπέτα, Μίμη Πλέσσα, Άκη Πάνου, Θανάση Πολυκανδριώτη, Μάριου Τόκα, Γιάννη Πάριου, Γιώργου Κατσαρού, Κώστα Βίρβου αλλά και νεότερων όπως του Φοίβου. Ο ίδιος ήταν συνθέτης μεγάλων επιτυχιών αλλά και ερμηνευτής ακόμα μεγαλύτερων επιτυχιών. ‘Δυο καρδιές’, ‘Μα εγώ αγαπώ μία’, ‘Και εσύ θα φύγεις’, ‘Γλυκά πονούσε το μαχαίρι’, ‘Οι άντρες δε μιλούν πολύ’, ‘Άιντε στην υγειά της’, ‘Πριν χαθεί το όνειρο μας’, ‘Της Χελιδονούς το ρέμα’, ‘Τσιγγάνα για χατίρι σου’, ‘Μου χρωστάει μια αγάπη η ζωή’ κ.α.
Ο Βοσκόπουλος αγαπήθηκε πολύ. Οι θαυμαστές του έκαναν κάθε του δίσκο πλατινένιο με την κυκλοφορία του ενώ στις εμφανίσεις του κάποιοι έκλειναν την παρουσία τους εκεί με τον μήνα για να είναι σίγουροι ότι θα έχουν την καλύτερη θέση. Την ίδια ώρα όμως αμφισβητήθηκε πολύ και δέχτηκε αρκετό πόλεμο, με επίκεντρο την προσωπική του ζωή.
Θα μπορούσαμε να αναλύουμε τον κάθε δίσκο του ξεχωριστά αλλά είναι δεκάδες. Το ίδιο θα μπορούσαμε να πούμε και τις συνεργασίες του, όπως εκείνη με τον επιστήθιο φίλο του Διονυσίου. Όπως ότι οι δυο τους έβγαιναν για μια χαλαρή βόλτα και κατέληγαν με την επέμβαση της αστυνομίας να επιστρέφουν σπίτι τους γιατί οι θαυμαστές του μαζεύονταν δίπλα τους κατά εκατοντάδες. Ο Βοσκόπουλος έζησε μια μυθιστορηματική ζωή από κάθε έννοια. Ίσως αν ήμασταν στην Αμερική, αυτή την στιγμή κάποιος θα απολάμβανε ένα Oscar γιατί έπαιξε σε κάποια ταινία τον Τόλη.
Στις αρχές του 2000, ο Τόλης μέσω νέων καλλιτεχνών έγινε γνωστός και στην νεότερη γενιά. Ποιος θα ξεχάσει το τραγούδι ‘Φίλε‘ σε μουσική και στίχους του Φοίβου, που το μοιράστηκε με τον Γιώργο Λεμπέση και ήταν από τις επιτυχίες εκεινής της εποχής που το άκουγες παντού, σε ραδιόφωνα και μαγαζιά?
Την ίδια περίοδο ήταν και το ντουέτο του με την Δέσποινα Βανδή. Μια απόδειξη ότι ο Βοσκόπουλος ήταν πάντα μες στα πράγματα και έχει τραγουδήσει όλα τα είδη.
Η συνεργασία του με τον Αντώνη Ρέμου, ήταν ακόμα μια στιγμή όπου ο νέος υποδεχόταν τον παλιό με σεβασμό και μαζί δημιούργησαν κάποιες νύχτες γεμάτες μουσική που κάποιοι τις θυμούνται ακόμα.
Ο Τόλης Βοσκόπουλος δεν αποστρατεύτηκε ποτέ. Ήταν πάντα παρών, μέχρι την τελευταία στιγμή. Είτε με την κυκλοφορία επετειακών δίσκων, είτε με την παρουσία του σε νυχτερινά κέντρα στο κέντρο της Αθήνας. Ο επίλογος μιας πορείας θριαμβευτικών εμφανίσεων δόθηκε στις τιμητικές συναυλίες τόσο στον Βεάκειο όσο και στο Ηρώδειο.
Όμως όπως ο ίδιος ξεκίνησε από το θέατρο έτσι η μοίρα του έδωσε μια τελευταία εμφάνιση στο θέατρο, δίνοντας του την ευκαιρία για την τελευταία του υπόκλιση από το θεατρικό σανίδι. Ήταν το ‘Μαριχουάνα Στοπ’ και η αναβίωση του θεατρικού πενήντα χρόνια μετά όπου ο Βοσκόπουλος πήρε μέρος και έγραψε ξανά ιστορία.
Μια διαδρομή μισού αιώνα και κάτι παραπάνω γεμάτη μουσική, θέατρο, ταινίες και στιγμές.
Η προσωπική του ζωή, οι δαίμονες του και μάχη του να βγει νικητής απ’ όλα όσα βρέθηκαν στην ζωή του, δεν αφορούν εμάς. Ίσως αφορούν τον βιογράφο του ή εκείνον που επιλέγει να στέκεται στα παρασκήνια της ζωής κάποιου.
Εμάς, όπως και εσάς θέλουμε να πιστεύουμε, μας αφορά η σκηνή. Η παρουσία του πάνω σε αυτήν με ένα φως να τον περιλούζει και το μικρόφωνο ανά χείρας για πάνω από πενήντα χρόνια.
Γιατί το όνομα του πλέον πέρασε στην ιστορία. Είναι ένα από τα τρια ή τέσσερα ονόματα που πάνω του στηρίχθηκε όλη η νεότερη ελληνική δισκογραφία. Ένας από τους λίγους που δημιούργησαν σχολή και ένα ολόκληρο στρατό από καλλιτέχνες. Είναι ένας από τους πυλώνες του λαικού τραγουδιού.
Πλέον εκεί έξω είναι όλη του η διαδρομή και εσύ μπορείς να την ακούσεις ξανά και ξανά, ακόμα και αν δεν γνώριζες ποιος ήταν λόγω ηλικίας.
Τόλη, ευχαριστούμε.
© 2021, Christos Vasilakopoulos. All rights reserved.