Σε μια περίοδο που η disco και η rock βρίσκονταν στο απόγειό τους, το γερμανικό κουαρτέτο θα κυκλοφορήσει το The Man-Machine, έναν δίσκο που, χωρίς αυτόν, ο κόσμος της ηλεκτρονικής μουσικής θα ήταν εντελώς διαφορετικός, και η techno pop μουσική υπανάπτυκτη.
Οι Kraftwerk δικαίως αποκαλούνται οι ‘πνευματικοί πατέρες της ηλεκτρονικής μουσικής’ όχι μόνο για την πρωτοπορία τους, αλλά και για την εφευρετικότητά τους σε νέες μεθόδους παραγωγής μουσικής από ηλεκτρονικά όργανα δικής τους επινόησης, καθώς και μιας δικής τους σφραγίδας στην instrumental εξιστόρηση. Όντας οι προπάτορες της πειραματικής krautrock και motorik μουσικής σκηνής στην Ευρώπη την δεκαετία του 1970, προσπάθησαν να δώσουν στη μεταπολεμική Γερμανία έναν νέο ήχο, ο οποίος θα εξυμνούταν από ολόκληρη την μουσική βιομηχανία και θα αποτελούσε μια αυθεντική εγκυκλοπαίδεια στον χώρο της σύνθεσης και παραγωγής μουσικής, αναμειγνύοντας εκλεκτικά avant garde συνθέσεις με ψυχεδελική ροκ και ηλεκτρονική μουσική.
Το συγκρότημα σχηματίστηκε το 1970 από τους Florian Schneider και Ralf Hütter, με το όραμα παραγωγής πρωτόγνωρης μουσικής που θα επαναπροσδιόριζε την υπάρχουσα, ελλιπή ηλεκτρονική ροκ μουσική ως μια μορφή τέχνης. Έχοντας το δικό τους ιδιωτικό στούντιο στο Ντίσελντορφ της Γερμανίας, είχαν άπλετο χρόνο για δημιουργία μουσικής σε βρόχους κασέτας, μηχανές αντήχησης και ηχούς, ηλεκτρονικούς ταλαντωτές και δικά τους, επεξεργασμένα από τους ίδιους synthesizers (Apr Odyssey, MiniMoog) – τρόπους σύνθεσης που σήμερα ο οποιοσδήποτε μπορεί να έχει πρόσβαση μέσω δωρεάν εφαρμογών και προγραμμάτων – ώστε ο παραγόμενος ήχος να ταιριάζει περισσότερο σε αυτό που οραματίζονταν.
Η καλλιτεχνική ταυτότητα του συγκροτήματος ήταν πρωτοπόρα, είναι διαχρονική και θα είναι πάντα καινοτόμος. Βασική θεματική του “The Man Machine” αποτελεί η σχέση του ανθρώπου με τα μηχανήματα και την τεχνολογία και το πώς αυτά έχουν ενταχθεί στη ζωή του, ηθελημένα και μη. Οι sci-fi ήχοι, τα δυνατά, παλλόμενα beats και οι synth funk μελωδίες παντρεύονται τον φουτουρισμό, το αρχιτεκτονικό κίνημα του μπρουταλισμού, την Bauhaus εποχή και τον στερεοτυπικά ψυχρό, ασυναίσθητο εργάτη εργοστασίου, εφάμιλλου των μηχανημάτων που χρησιμοποιεί στη δουλειά του, δίνοντας στην μπάντα την ταυτότητα των “εργατών της μουσικής”.
Το εναρκτήριο “The Robots” (Die Roboter) είναι και το διαβατήριο της τέχνης του συγκροτήματος. Αναφέρεται στην άμεση επιρροή της τεχνολογίας στην κοινωνία, εισάγοντας αμέσως τον ακροατή στο θέμα του δίσκου. Η επανάληψη των ρωσικών στίχων “Я твой слуга, Я твой работник” (“i am your slave, I am your worker”) αποτελεί άμεσο συσχετισμό και με το κονστρουκτιβιστικό εξώφυλλο του δίσκου, το οποίο είναι άμεσα επηρεασμένο από τον ρυθμό τέχνης των αφισών της Σοβιετικής Ένωσης κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, όπου απεικονίζονταν μέλη του εργατικού δυναμικού σε ηρωικές πόζες, ως μια μορφή προπαγάνδας υπέρ του καπιταλισμού και της εργατικής εκβιομηχάνισης του ανθρώπου.
To “Spacelab” είναι το μοναδικό τραγούδι στη δισκογραφία των Kraftwerk που συσχετίζεται με το διάστημα και την εξερεύνησή του – σε μια μελωδία που σίγουρα χρησιμοποιήθηκε ως πηγή έμπνευσης για το “Ι Feel Love” της Donna Summer – ενώ είναι άμεσα επηρεασμένο από το λανσάρισμα του διαστημικού σταθμού Skylab της NASA το 1973. Σε συναυλία του στην Στουτγκάρδη το 2018, το συγκρότημα παρουσίασε το τραγούδι σε μια συνεργασία με τον γερμανό αστροναύτη Alexander Gerst ο οποίος, με την χρήση οπτικού synthesizer σε τάμπλετ, συνόδευσε τη μπάντα από τον Διεθνή Διαστημικό Σταθμό της NASA – δηλαδή από το διάστημα.
Το “Metropolis” κάνει μια άμεση αναφορά στην ομώνυμη ταινία του 1927 από τον Fritz Lang, την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία επιστημονικής φαντασίας, που υπόκειται στο κίνημα του γερμανικού εξπρεσιονισμού. Το κομμάτι, όσο δυστοπικό και μεταποκαλυπτικό κι αν ακούγεται, άλλο τόσο χορευτικό και κολλητικό είναι. Έπεται το “The Model” (Das Model) που αποτελεί και την μεγαλύτερη επιτυχία του συγκροτήματος, όταν έφτασε – υστεροφημικά – στην πρώτη θέση των βρετανικών charts το 1981, καθώς και την ισχυρότερη προσφορά της μπάντας στο χαρακτηριστικό synth pop κύμα των 80s.
Στο πιο νοσταλγικό “Neon Lights” (Neonlicht) γίνεται λόγος για το πώς η τεχνολογία έχει καταφέρει, με κάθε τρόπο, να χρήζει αναγκαία στη ζωή της ανθρωπότητας. Η νύχτα δε θα ήταν το ίδιο όμορφη χωρίς τα λαμπερά φώτα στους δρόμους και στα κτήρια, η ύπαρξη των οποίων θα καθίστατο αδύνατη χωρίς την μοντέρνα τεχνολογία. Το τέλος φέρει το title track “The Man – Machine” (Die Mensch-Machine), το οποίο αποτελεί την αποθέωση του κεντρικού θέματος του δίσκου. Σε μια ακουστικά απλοϊκή σύνθεση προστίθενται συνέχεια νέα techno στοιχεία, δημιουργώντας μια λούπα μεταξύ της ανθρωπότητας και της τεχνολογίας, με τις επεξεργασμένες λέξεις “man” και “machine” να κολυμπούν διάσπαρτα σε αυτήν.
Η κυκλοφορία του δίσκου ατένισε ανάμικτες αντιδράσεις από το απροετοίμαστο κοινό της εποχής του, ήδη όμως αναγνωρίστηκε από τους κριτικούς ως ένα μεγάλο κατόρθωμα στον κόσμο της ηλεκτρονικής μουσικής. Ενώ διέφερε από το μινιμαλιστικό ύφος των προηγούμενων δίσκων της μπάντας, κατάφερε να επηρεάσει ολόκληρο τον ήχο των 80s που θα γινόταν mainstream στα 90s, αφού μεγάλο μέρος καλλιτεχνών χρησιμοποίησαν αποσπάσματα τόσο αυτού όσο και των προηγούμενων δίσκων τους σε δικές τους κυκλοφορίες. Καλλιτέχνες όπως οι Depeche Mode, Rammstein, 808 State, Ladytron αλλά και πιο πρόσφατοι όπως οι P!nk, Juicy J, Cashmere Cat και Diplo θα χρησιμοποιήσουν αποσπάσματα του δίσκου σε δικές τους παραγωγές, δίνοντας στο άλμπουμ μια θέση στους πιο δειγματοληπτικούς δίσκους όλων των εποχών.
Να σημειωθεί πως το γερμανικό κουαρτέτο θα κάνει την παρθενική του εμφάνιση αυτό το καλοκαίρι στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού, σε ένα οπτικοακουστικό υπερθέαμα ειδικά σχεδιασμένο για τον αρχαίο χώρο και μια πολλά υποσχόμενη παρουσίαση πολλαπλών διαστάσεων.
Αν υπάρχει ένα συγκρότημα στο οποίο η μουσική βιομηχανία χρωστάει πολλά, αυτοί είναι οι Kraftwerk. Πράγματι κατάφεραν να επαναπροσδιορίσουν την ευρωπαϊκή μουσική, εξάγοντας ένα avant garde είδος τέχνης, όπου χωρίς την ύπαρξή της τίποτα δεν θα ήταν το ίδιο, καταφέρνοντας το ακατόρθωτο: μια διαχρονική τόσο μουσικά όσο και στιχουργικά σύνθεση που, 45 χρόνια αργότερα και παρά τον διαμελισμό τους, θα είναι πιο επίκαιρη από ποτέ.
© 2023, Tasos Mpanos. All rights reserved.