Σαράντα τρία χρόνια συμπληρώνονται σήμερα, 16 Σεπτεμβρίου, από την ημέρα που η Maria Callas, η πιο γνωστή ντίβα της όπερας, άφησε τη τελευταία της πνοή στο σπίτι όπου διέμενε τα τελευταία της χρόνια στο Παρίσι σκορπώντας μεγάλη θλίψη σε φίλους και συγγενείς και αφήνοντας τη θέση της στην όπερα κενή και πάνω απ’ όλα αναντικατάστατη.
Το Music Hunter με αφορμή την 43η επέτειο από τον θάνατο της, κάνει μία αναδρομή στη ζωή αλλά και στην καριέρα της Maria Callas, της γυναίκας που γεννήθηκε και πέθανε «Ελληνίδα», όπως χαρακτηριστικά έλεγε, και που άφησε το δικό της, μοναδικό στίγμα στο χώρο της λυρικής σκηνής. Μια ζωή γεμάτη μελέτη, αφοσίωση, στρατιωτική πειθαρχία, πόνο, θλίψη, υποτίμηση και αμφιβολία αλλά και μια ζωή γεμάτη ταξίδια, παγκόσμια αναγνώριση, έρωτα, χαρά, υπερηφάνεια και δόξα…
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι οι μελετητές του έργου της λένε ότι η σύγχρονη ιστορία της όπερας χωρίζεται σε δύο μέρη: τη προ Callas και τη μετά Callas.
Η οικογένεια της Callas, η γέννησή της και τα πρώτα παιδικά χρόνια…
Η οικογένεια Καλογεροπούλου ζούσε μια ήσυχη ζωή στον Μελιγαλά Μεσσηνίας. O πατέρας Γιώργιος Καλογερόπουλος ήταν επιστήμονας και ιδιοκτήτης φαρμακείου. Η μητέρα Ευαγγελία Δημητριάδου, προερχόταν από μία καλή και εύπορη οικογένεια της Κωνσταντινούπολης που όμως δεν επικροτούσε ιδιαίτερα τον γάμο της ίδιας με τον Καλογερόπουλο. Αψηφώντας τις παρατηρήσεις τον γονιών της, η Ευαγγελία – ή αλλιώς Λίτσα – παντρεύεται τον Γεώργιο Καλογερόπουλο και ζουν μαζί μία άνετη οικονομικά ζωή στον Μελιγαλά. Σύντομα αποκτούν το πρώτο τους παιδί, την Υακίνθη ενώ το 1920 αποκτούν το δεύτερο παιδί, τον Βασίλη που όμως μετά από δύο χρόνια πεθαίνει από τύφο. Η οικογένεια βυθίζεται στο πένθος και στη θλίψη ενώ ταυτόχρονα κάνουν τα πρώτα σχέδια για μετανάστευση στην Αμερική με στόχο μία νέα συναισθηματική αλλά και οικονομική αρχή. Το 1923 και ενώ το ταξίδι έχει ξεκινήσει, η Ευαγγελία συνειδητοποιεί ότι είναι ξανά έγκυος. Οι ελπίδες ότι θα αποκτήσει ένα άλλο αγοράκι για να γεμίσει το κενό από τον χαμό του γιου της είναι πολλές.
Φτάνοντας στην Αμερική οι Καλογερόπουλοι ζουν αρχικά στο Manhattan αλλά σύντομα μετακομίζουν στην Astoria. Μερικούς μήνες μετά, στις 2 Δεκεμβρίου του 1923, η Ευαγγελία γεννά το 3ο της παιδί, στο νοσοκομείο Flower Hospital της Νέας Υόρκης. Όταν ενημερώνεται ότι το νεογέννητο είναι κορίτσι, στεναχωριέται και αρνείται να το κοιτάξει και να το κρατήσει στην αγκαλιά της για τέσσερις ολόκληρες μέρες! Η τετραμελής οικογένεια, μετά από διάφορες επαγγελματικές προσπάθειες και αφού έχουν προσαρμοστεί στην νέα τους χώρα, μετακομίζουν σε Ελληνική συνοικία της Νέας Υόρκης και ο Γεώργιος ανοίγει εκεί το δικό του φαρμακείο. Ταυτόχρονα το επίθετο της οικογένειας προσαρμόζεται στα δεδομένα της Αμερικής και από Καλογερόπουλος γίνεται… Κάλλας. Περίπου την ίδια χρονική περίοδο, το μωρό βαπτίζεται σε Ελληνική εκκλησία της Νέας Υόρκης και παίρνει τα ονόματα Σοφία Σεσίλια Άννα Μαρία.
Στα μόλις τρία της χρόνια, η μικρή Μαρία αρχίζει να ξεδιπλώνει το ταλέντο της στο τραγούδι και τη μουσική και κάπως έτσι τραβά την προσοχή της μητέρας της που μέχρι τότε την αγνοούσε επιδεικτικά και ασχολιόταν μόνο με την μεγάλη της κόρη, Υακίνθη (Jackie πλέον) γεγονός που ενοχλούσε ιδιαίτερα τον Γεώργιο. Οι διάφορες φθορές στη σχέση του ζευγαριού και η ξαφνική «μανία» της Λίτσας να αναδείξει το ταλέντο της μικρής Μαρίας έφεραν τα πρώτα σύννεφα στην οικογένεια και έτσι το 1937, η Ευαγγελία Δημητριάδου αποφασίζει να πάρει διαζύγιο και να επιστρέψει με τις δύο κόρες της στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στην Αθήνα.
Η Maria Callas στην Ελλάδα, ο τίτλος «παιδί θαύμα», οι πρώτες σπουδές και η ζωή στην Κατοχή.
Η ζωή στην Ελλάδα ήταν δύσκολη. Η Ευαγγελία και οι δύο κόρες της φιλοξενούνται αρχικά σε σπίτι συγγενών ωστόσο σχετικά γρήγορα μετακομίζουν σε δικό τους διαμέρισμα στην οδό Πατησίων 61.
Το 1938 η νεαρή Μαρία γίνεται δεκτή στο Εθνικό Ωδείο πριν ακόμη συμπληρώσει το 16ο έτος της ηλικίας της. Σύντομα γίνεται η αγαπημένη μαθήτρια των καθηγητών οι οποίοι της αποδίδουν τον τίτλο «παιδί θαύμα» και οι εφημερίδες της εποχής γράφουν για ένα εκκολαπτόμενο αστέρι της Λυρικής, γεγονός φυσικά που προκαλεί το μίσος και τη ζήλεια των συναδέλφων της. Σημαντικός σταθμός στην εκπαίδευση της Callas ήταν η Elvira de Hidalgo, μία Ισπανίδα δασκάλα παγκοσμίου φήμης που εκείνη τη περίοδο είχε μετακομίσει στην Αθήνα. Η μητέρα της Callas, Ευαγγελία, κατάλαβε γρήγορα ότι η μαθητεία της κόρης της δίπλα στην Hidalgo θα ήταν μια μοναδική ευκαιρία! Ο τότε διευθυντής της Λυρικής Σκηνής, Κωστής Μπαστιάς, αναγνωρίζοντας το σπουδαίο ταλέντο της Μαρίας και γνωρίζοντας την κακή οικονομική κατάσταση της οικογένειας, κάνει μία εικονική πρόσληψη της Μαρίας στη Λυρική Σκηνή προκειμένου να την διευκολύνει να συνεχίσει τις σπουδές της. Έτσι η 16χρονη πλέον Μαρία ξεκινά ιδιαίτερα μαθήματα στο πλευρό της Ισπανίδας de Hidalgo! Ωστόσο, η ίδια η de Hidalgo αποφάσισε να μη παίρνει χρήματα από την Μαρία καθώς είχε «ερωτευθεί» το ταλέντο της. Η Μαρία τότε απλώς τη βοηθούσε με δουλειές του σπιτιού καθώς έμενε μέχρι αργά στο σπίτι της για τα μαθήματα.
Λίγο καιρό αργότερα, ξεσπά στην Ελλάδα η κατοχή και οι τρεις γυναίκες της οικογένειας Callas, Ευαγγελία, Jackie και Μαρία δίνουν αγώνα επιβίωσης. Η Jackie αρραβωνιάζεται τον μοναχογιό του εφοπλιστή Ανδρέα Εμπειρίκου, Μιλτιάδη, και έτσι η οικογένεια βρίσκει κάποιο στήριγμα. Παράλληλα η Μαρία συνεχίζει τις σπουδές της στη μουσική και το τραγούδι ενώ ταυτόχρονα εμφανίζεται στην Εθνική Λυρική Σκηνή σε διάφορα έργα. Διάφοροι Ιταλοί και Γερμανοί φιλόμουσοι που επισκέπτονται τακτικά την Αθηναϊκή Όπερα ανακαλύπτουν γρήγορα το ταλέντο της Μαρίας και έτσι η νεαρή σοπράνο αποκτά ένα μικρό αλλά φανατικό κοινό που την στηρίζει και ψυχολογικά αλλά και οικονομικά. Η οικογένεια Καλογεροπούλου εκμεταλλευόταν συχνά το ταλέντο της Μαρίας και αντάλλαζε εισιτήρια της όπερας με φαγητά και γλυκά και πολλές φορές φιλοξενούσε στο διαμέρισμα της Ιταλούς και Γερμανούς μουσικόφιλους που άκουγαν τη Μαρία να παίζει πιάνο και να ερμηνεύει άριες. Φυσικά, η Μαρία δεν ανεχόταν όλη αυτή τη κατάσταση και κρατούσε μία κάπως εχθρική στάση προς τη μητέρα της, η οποία την ανάγκαζε να τραγουδά με το ζόρι για ένα κομμάτι ψωμί. Ταυτόχρονα, οι συνάδελφοί της στη Λυρική την κατηγορούσαν για προδοσία και συχνά την αποκαλούσαν δοσίλογο. Της μιλούσαν άσχημα και της χρέωναν ότι τραγουδούσε για τους κατακτητές. Χρόνια αργότερα, η ίδια η Μαρία εξομολογείται σε συνέντευξή της στο περιοδικό TIME ότι το 1942 και λίγο πριν βγει στη σκηνή για να τραγουδήσει άκουσε μία ανδρική φωνή να λέει «αυτή η χοντρή σκύλα δεν θα τα καταφέρει ποτέ!» Με οργισμένη φωνή, η Μαρία του όρμηξε, του έσκισε το πουκάμισο και του μάτωσε τη μύτη. Η ίδια βγήκε αργότερα στη σκηνή για να ερμηνεύσει, με πρησμένο μάτι, αλλά όπως ήταν αναμενόμενο, αποθεώθηκε από το κοινό και τους κριτές!
Η σχέση της Μαρίας με τη μητέρα της και την αδερφή της και τα κόμπλεξ που είχε η ίδια ως έφηβη.
Η Μαρία κατά τη διάρκεια της εφηβείας της ήταν παχουλή και ασχημούλα και δεν φλέρταρε με κανέναν. Eίχε κόμπλεξ κατωτερότητας. Για όλα! Εκτός από ένα: τη φωνή της!
Το γεγονός ότι η Ευαγγελία ήταν πιο φιλόδοξη από την ίδια της την κόρη και οι ομηρικοί καυγάδες μεταξύ τους πλήγωσαν βαθιά τη Μαρία η οποία μετέπειτα σε συνέντευξή της δήλωσε: «Ποτέ δε θα τη συγχωρήσω που μου στέρησε τη παιδική μου ηλικία. Όλα αυτά τα χρόνια που θα έπρεπε να παίζω και να μεγαλώνω, εγώ τραγουδούσα (με το ζόρι) ή έβγαζα χρήματα….» Η ρήξη μεταξύ μητέρας και κόρης, έγινε οριστική το 1950 μετά από ένα επαγγελματικό ταξίδι της Μαρίας στο Μεξικό. Έκτοτε, η Callas αρνήθηκε οποιαδήποτε σχέση με τη μητέρα της και κράτησε πεισματικά τη στάση αυτή μέχρι το τέλος της ζωής της.
Ακόμη και όταν η Callas ήταν δημοφιλής παγκοσμίως και γευόταν τη μία επιτυχία μετά την άλλη, η μητέρα της, της είχε στείλει μία επιστολή ζητώντας κάποια χρήματα για βοήθεια. Η Μαρία τότε, της είχε απαντήσει «Μη μας απασχολείς με τα προβλήματά σου. Είσαι ακόμη νέα και μπορείς να εργαστείς για να βγάλεις χρήματα. Αν δεν βγάζεις αρκετά χρήματα για να ζήσεις, μπορείς να πηδήξεις από το παράθυρο ή να πας να πνιγείς!»
Πολλοί είναι αυτοί που πιστεύουν ότι η Callas έγινε αυτή που έγινε εξαιτίας της πίεσης της μητέρας της, θεωρία με την οποία μάλλον η ίδια δεν συμφωνούσε. Οι δύο γυναίκες δεν είχαν καμία επικοινωνία στη πορεία των ζωών τους και η ίδια η Ευαγγελία, όπως είχε δηλώσει, έμαθε το 1977 για τον θάνατο της κόρης της Μαρίας μέσω της τηλεόρασης.
Τη μητρική αγκαλιά ωστόσο που της έλειπε, θα την έβρισκε αργότερα στο πλευρό της Bruna, της πιστής της οικονόμου.
Η σχέση με την αδερφή της Jackie επίσης δεν ήταν και η καλύερη στην αρχή. Η ίδια στην εφηβεία ήταν παχουλή και με προβλήματα ακμής και ένιωθε μειονεκτικά απέναντι στην αδελφή της που ήταν εντελώς διαφορετικός τύπος. Κομψή, όμορφη και φιλική. Ωστόσο, με τα χρόνια οι δύο γυναίκες συμφιλιώθηκαν και μάλιστα η επανασύνδεσή τους απασχόλησε και τα έντυπα της εποχής!
Η «γέννηση της Callas», η γνωριμία με τον Meneghini και η ριζική αλλαγή της.
Το 1944, η Μαρία Καλογεροπούλου αποχωρεί οικειοθελώς από την Λυρική Σκηνή. Το Ηρώδειο και οι ρόλοι της εκεί δεν ικανοποιούν την 21χρονη σοπράνο η οποία έχει μεγαλύτερες φιλοδοξίες για την καριέρα της. Ταυτόχρονα, ο πόλεμος με τους συναδέλφους της έχει συνέπειες. Τους κατηγορεί ότι δεν εκτιμούν το ταλέντο της όσο θα έπρεπε και η ίδια στην τελευταία της συνάντηση με τον τότε διευθυντή της Λυρικής, του πετάει το μελανοδοχείο στο γραφείο σκίζοντας παράλληλα το συμβόλαιό της! Το 1945 η Μαρία δίνει δύο τελευταίες συναυλίες στο Αθηναϊκό κοινό με σκοπό να μαζέψει κάποια χρήματα και να φύγει για την Αμερική.
Στις Η.Π.Α. η ζωή της Μαρίας δεν ήταν εύκολη. Το περιβάλλον στην Αμερική δεν ήταν και πάρα πολύ καλό ενώ ο πατέρας της διατηρούσε πλέον δεσμό με κάποια άλλη γυναίκα που τότε μονοπωλούσε το ενδιαφέρον του. Τον Δεκέμβριο του 1945 η Μαρία κατάφερε να περάσει από ακρόαση στη φημισμένη Metropolitan Opera. Ωστόσο οι ρόλοι που της δόθηκαν φαίνεται να μην την κάλυπταν ιδιαίτερα και η ίδια τους απέρριπτε. Θεωρούσε μερικές φορές τον εαυτό της όχι και τόσο έτοιμο – ήταν ιδιαίτερα τελειομανής – ενώ συγκεκριμένα για τον ρόλο της στο «Madame Butterfly» είχε δηλώσει πως δεν της ταίριαζε καθότι ήταν παχουλή. Παρ’ όλα αυτά, η διεύθυνση της Όπερας, γοητευμένη από το ταλέντο της, πρότεινε στη Μαρία τριετές συμβόλαιο ωστόσο όχι σε πρωταγωνιστικούς ρόλους. Η ίδια τότε, γεμάτη αυτοπεποίθηση, απάντησε στον διευθυντή της Όπερας: «Εγώ είμαι η μεγαλύτερη τραγουδίστρια του κόσμου! Και μία μέρα, θα έρθετε στα γόνατα να με παρακαλέσετε να τραγουδήσω! Αλλά εγώ πάλι, θα σας πω ΟΧΙ!»
Η Μαρία υιοθετεί το επίθετο Callas (όπως είχε κάνει και ο πατέρας της) και αποφασίζει το 1947 να δοκιμάσει τη τύχη της στην Ιταλία, τη χώρα που γέννησε την όπερα! Στις 3 Αυγούστου 1947, η Maria κάνει ντεμπούτο στην Αρένα της Βερόνας ερμηνεύοντας τον απαιτητικό ρόλο της Gioconda στην ομώνυμη όπερα του Ponchielli. Κάπως έτσι, ξεκινά το μεγάλο ταξίδι προς τη δόξα και τη παγκόσμια αναγνώριση! Όλοι μιλούν για το φαινόμενο Callas. Μετά την παράσταση, ακολουθεί δεξίωση και ανάμεσα στους προσκεκλημένους είναι και ο 51χρονος βιομήχανος και μουσικόφιλος Giovanni Battista Meneghini, ο οποίος δηλώνει γοητευμένος από την 24χρονη Μαρία. Γίνονται ζευγάρι το ίδιο βράδυ και παρά τα πολλά χρόνια διαφοράς ηλικίας η Μαρία δείχνει να απολαμβάνει τη συντροφιά του Meneghini. Ενδόμυχα τον αγαπά περισσότερο ως πατέρα, μια φιγούρα που της έλειπε από τα παιδικά της χρόνια, παρά ως άντρα. Αυτό το παραδέχθηκε η ίδια λίγο πριν από το τέλος της ζωής της. Ο Meneghini παθιάζεται με την Μαρία και παρατάει όλες τις επιχειρήσεις του αδιαφορώντας για την αντίθετη γνώμη της οικογένειας του. Στόχος του πλέον είναι να μανατζάρει τη Callas και να την μετατρέψει σε παγκόσμια diva της όπερας. Και τα κατάφερε! Οι δυο τους παντρεύονται στις 21 Απριλίου 1949 στο παρεκκλήσι των Meneghini στη Βερόνα και αμέσως μετά το γάμο, ο Giovanni γίνεται από βιομήχανος, αφοσιωμένος ιμπρεσάριος της Callas. Η Maria μπαίνει σε ένα πρόγραμμα μιας συντηρητικής ζωής με συνεχής και καθημερινή μελέτη, με αποχή από τα ξενύχτια και τη διασκέδαση και πάνω απ’ όλα σε ένα πρόγραμμα αυστηρής δίαιτας με την οποία θα «έφτιαχναν» μαζί την εικόνα της καινούργιας Callas. O Meneghini υπήρξε ένας εξαιρετικός manager της εποχής καθώς είχε πειθαρχημένη την Maria και ταυτόχρονα ήταν ικανός να κλείνει εξαιρετικές δουλειές για τη μούσα και σύζυγό του στις μεγαλύτερες όπερες του κόσμου. Το 1951 η Callas ανοίγει τη σεζόν στη περίφημη Σκάλα του Μιλάνου με τους «Σικελικούς Εσπερινούς». Αυτή η εμφάνιση θα της προσφέρει μεγάλη αναγνώριση παγκοσμίως ενώ κατά τη διάρκεια των επτά επόμενων χρόνων η Σκάλα θα είναι η σκηνή των μεγάλων θριάμβων της σε ένα ευρύ φάσμα ρόλων.
To 1954 η εμφάνισή της αλλάζει ριζικά. Χάνει 35 κιλά και από άχαρη και υπέρβαρη τραγουδίστρια της όπερας μεταμορφώνεται σε κομψή και πανέμορφη diva. Έκτοτε πρόσεχε πολύ τη διατροφή της αλλά και την γενική εξωτερική εμφάνισή της. Έδινε ιδιαίτερη βαρύτητα στα μαλλιά και το χτένισμά της, στο μακιγιάζ της, στα κοσμήματα και τα αξεσουάρ που επέλεγε να φοράει ενώ τα φορέματά της, της απέδιδαν πλέον τον τίτλο της πιο κομψής γυναίκας του κόσμου. Με τη βοήθεια της Biki (πραγματικό όνομα Elvira Leonardi Bouyeure) της σημαντικότερης μοδίστρας του Μιλάνου, η Callas κατάφερνε να κλέβει πάντα τις εντυπώσεις σε κάθε της εμφάνιση και να κάνει όλο τον κόσμο να παραμιλά για τα υπέρκομψες στιλιστικές της επιλογές.
Το 1956 εμφανίζεται στην Μητροπολιτική Όπερα της Νέας Υόρκης ως «Norma» στο ομώνυμο έργο του Bellini και λαμβάνει διθυραμβικές κριτικές για την ερμηνεία της. Οι εμφανίσεις της πλέον αποτελούν παγκόσμια είδηση και η Callas μεταμορφώνεται στο νέο, απόλυτο είδωλο της Όπερας. Η παγκόσμια αναγνώριση έχει ήδη ξεκινήσει και η ίδια νιώθει πλέον πιο γεμάτη και πιο πλήρης από ποτέ…
H επιστροφή στην Ελλάδα!
Το καλοκαίρι του 1957 επιστρέφει μετά από πολλά χρόνια στην Ελλάδα προκειμένου να ανοίξει με την εμφάνισή της το Φεστιβάλ Αθηνών. Οι εφημερίδες της εποχής γράφουν συνέχεια για την ίδια αλλά όχι πάντα με τα καλύτερα λόγια. Ιδιαίτερο θέμα δημιουργείται για το υπέρογκο ποσό που είχε ζητήσει ως αμοιβή! Συγκεκριμένα, ρεπορτάζ της εποχής έγραφαν: «Εδέχθησαν να καταβάλουν εις την Ελληνίδα καλλιτέχνιδα το τεράστιον ποσόν των 9.000 δολαρίων, την στιγμήν κατά την οποίαν άλλοι καλλιτέχναι, ίσης περιωπής δέχονται το τέταρτον ή πέμπτον της αμοιβής ταύτης»
Η Callas φανερά εξοργισμένη από τα δημοσιεύματα ακυρώνει την προγραμματισμένη εμφάνισή της δηλώνοντας ασθένεια. Τελικά, εμφανίζεται λίγο καιρό αργότερα, στις 5 Αυγούστου στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού ενώ μία ημέρα πριν, δίνει μία ραδιοφωνική συνέντευξη στον Αχιλλέα Μαμάκη προκειμένου να δικαιολογήσει την ακύρωση της προηγούμενης εμφάνισής της και την ασυνέπειά της προς το Αθηναϊκό κοινό και ηρεμεί έτσι κάπως τα πνεύματα.
Οι Αθηναίοι υποδέχονται μία νέα, ανανεωμένη Μαρία. Ιδιαίτερα κομψή και όμορφη και φυσικά με μία φωνή κρύσταλλο που ζήλευε κάθε σοπράνο. Σε εφημερίδες της εποχής φιλοξενούνται συνεντεύξεις της ίδιας η οποία δηλώνει περήφανη Ελληνίδα αλλά ταυτόχρονα πικραμένη από την στάση των παλαιών συναδέλφων της που τότε την έβριζαν αλλά πλέον της μιλούν όμορφα προσπαθώντας να βοηθηθούν επαγγελματικά!
Η Maria Callas θα επιστρέψει στην Ελλάδα τον Αύγουστο του 1960 για να ερμηνεύσει στην Επίδαυρο την «Norma», έργο που η ίδια είχε ζητήσει ως τη πρώτη της εμφάνιση στο αρχαίο θέατρο. Ήταν άλλωστε και η αγαπημένη της ηρωίδα… Την ώρα που η ίδια ερμήνευε την άρια «Casta Diva» αφέθηκαν προς την ορχήστρα δύο λευκά περιστέρια προκαλώντας θύελλα χειροκροτημάτων από το κοινό. Στο τέλος της παράστασης, η Callas κλήθηκε 10 φορές στη σκηνή λόγω του ενθουσιασμού του κοινού. Ένα χρόνο αργότερα, η Maria εμφανίστηκε ξανά στην Επίδαυρο αυτή τη φορά για να ερμηνεύσει τη «Μήδεια». 17.000 θεατές παρακολούθησαν την Callas ανάμεσα στους οποίους ο πρωθυπουργός της χώρας Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο υπουργός Προεδρίας Κωνσταντίνος Τσάτσος, η Αμερικάνα κοσμικογράφος Elsa Maxwell και ο Πρίγκιπας Πέτρος του Μονακό. Το 1960 και το 1961, η Μαρία Κάλλας πρόσφερε τα έσοδά της από τις παραστάσεις της στην Επίδαυρο για την ίδρυση φορέα που θα πρόσφερε υποτροφίες σε νέους καλλιτέχνες. Ο φορέας για τις Υποτροφίες Μαρία Κάλλας ιδρύθηκε και έκανε τον πρώτο διαγωνισμό το 1963.
«To σκάνδαλο της Ρώμης» και η φθορά της φωνής της…
Η ίδια η Callas στα τέλη της δεκαετίας του 50 είχε αντιληφθεί την φθορά στη φωνή της. Πιθανότατα ο λόγος να ήταν οι εξαντλητικές δίαιτες που είχαν επηρεάσει τους μύες της κοιλιάς με αποτέλεσμα να μη μπορεί να στηρίξει τη φωνή της. Άλλος ένας λόγος ήταν ίσως οι απαιτητικοί ρόλοι για χάρη των οποίων η ίδια έκανε εξαντλητικές πρόβες και φωνητικές ακρότητες που έφερναν μία φυσιολογική κούραση στις φωνητικές χορδές.
Πρωτοχρονιά του 1958. Η Callas εμφανίζεται στην Όπερα της Ρώμης και ανάμεσα στους σημαντικούς καλεσμένους είναι και ο τότε Πρόεδρος της Ιταλικής Δημοκρατίας. H Callas τότε κάνει κάτι που σοκάρει και προσβάλει πολλούς Ιταλούς. Μετά την πρώτη πράξη, δηλώνει ότι είναι ασθενής και εγκαταλείπει την παράσταση! Η αποχώρηση, γίνεται πρώτη είδηση. Η ίδια ισχυρίζεται ότι είχε ζητήσει από την Όπερα να υπάρχει αντικαταστάτρια σε περίπτωση ασθένειας αλλά η διεύθυνση της Όπερας είχε αρνηθεί λέγοντας «κανείς δεν μπορεί να σε αντικαταστήσει». Πολλοί ήταν αυτοί που είπαν πως η αποχώρηση της Callas ήταν απλά ένα καπρίτσιο αλλά η ίδια δήλωσε σε συνέντευξη ότι όντως ήταν άρρωστη και πως αν δεν ήταν, θα έβγαινε να τραγουδήσει και να φτύσει στα μούτρα των εχθρών της! Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκδηλώνει την κατανόησή του, ο Ιταλικός τύπος όμως είναι αδυσώπητος και το θέατρο δεν κάνει τίποτα για να την προστατεύσει. Η αδυναμία της σοπράνο να ολοκληρώσει την παράσταση χαρακτηρίζεται ως «σκάνδαλο της Ρώμης» και μετά από αυτό η Ιταλική κυβέρνηση ακύρωνε τις χρηματοδοτήσεις σε όποια όπερα συνεργαζόταν με την Callas, η οποία πλέον αποκτά το όνομα της… ιδιότροπης ντίβας!
H Callas έρχεται σε ρήξη με τον τότε διευθυντή της Όπερας του Μιλάνου Antonio Ghiringhelli και αποφασίζει να μην εμφανιστεί ξανά στη Σκάλα όσο διευθυντής ήταν εκείνος. Η σχέση της με το σημαντικότερο Λυρικό Θέατρο της Ευρώπης διακόπτεται βίαια! Την ίδια χρονιά, η Callas έρχεται σε σύγκρουση και με την Μητροπολιτική Όπερα της Νέας Υόρκης. Ο λόγος ήταν μάλλον οι μέτριοι ρόλοι που της προσέφεραν πλέον, προφανώς λόγω της όχι και τόσο καλής φωνητικής απόδοσής της. Η Callas έλεγε συχνά όχι σε τέτοιους ρόλους και ο κόσμος την χαρακτήριζε πλέον «δύσκολη».
«Και μη ξεχνάς! Μόνο το ευτυχισμένο πουλί κελαηδάει. Το δυστυχισμένο χώνεται στη φωλιά του και πεθαίνει» Maria Callas
Τα προβλήματα με τον Meneghini, η γνωριμία με τον Ωνάση και ο μεγάλος έρωτας.
Το 1958 η Callas εμφανίζεται για πρώτη φορά στο Παρίσι, σε ένα εορταστικό κονσέρτο. Ανάμεσα στους θεατές ήταν η Brigitte Bardot, o Charlie Chaplin και ο Jean Cocteau. Πολύ πριν από την έναρξη της παράστασης, ο Αριστοτέλης Ωνάσης, ο παγκοσμίου φήμης Έλληνας Κροίσος, έστειλε στο ξενοδοχείο της Callas λουλούδια. Ο Meneghini αισθάνεται προσβεβλημένος ενώ η Callas σχολιάζει το πόσο ρομαντικός είναι ο Ωνάσης. Η Callas δηλώνει σε συνέντευξή της «Εγώ είμαι η φωνή. Ο Meneghini η ψυχή. Δε θα μπορούσα να ζήσω χωρίς αυτόν» με αφορμή τα σχεδόν δέκα χρόνια έγγαμου βίου. Ο Ιταλός manager καθησυχάζεται αλλά η μοίρα έχει ήδη σχεδιάσει το τέλος της σχέσης τους. Η Elsa Maxwell, η Αμερικάνα κοσμικογράφος, ήταν το πρόσωπο-κλειδί στη σχέση Ωνάσης-Callas, καθώς ήταν εκείνη που διοργάνωσε τη δεξίωση κατά τη διάρκεια της οποίας οι δύο Έλληνες γνωρίστηκαν. Εκείνη η βραδιά θα αποτελούσε την αρχή μιας γνωριμίας που έμελλε να εξελιχθεί σε έναν από τους πιο μεγάλους και γνωστούς έρωτες στην ιστορία.
Λίγο καιρό αργότερα μετά την πρώτη τους γνωριμία, ο Ωνάσης ξανασυναντά τη Callas σε ένα κοσμικό χορό στη Βενετία. Ταυτόχρονα ο γάμος του Έλληνα εφοπλιστή περνά κρίση. Ο ίδιος φλερτάρει αδιάκοπα την diva της όπερας μπροστά στη γυναίκα του, Τίνα Λιβανού αλλά και μπροστά στα μάτια του ίδιου του Meneghini. Της προτείνει να τον ακολουθήσει σε μία κρουαζιέρα, η Callas όμως αρνείται, σαφώς επηρεασμένη από τα σχόλια του τύπου που παρουσίαζαν τον Ωνάση ως «γυναικά». Τελικά όμως, ο δαιμόνιος εφοπλιστής πείθει τον ίδιο τον Meneghini ο οποίος με τη σειρά του πείθει την Callas. Το ζεύγος Meneghini-Callas επιβιβάζεται στη θαλαμηγό «Χριστίνα» που είναι αραγμένη στο Monte Carlo ξεκινώντας για μία κρουαζιέρα στην Ελλάδα. Παρόντες είναι το ζεύγος Ωνάση-Λιβανού, Meneghini-Callas και ο Βρετανός πολιτικός Winston Churchill. Η «Χριστίνα» φτάνει στο λιμάνι της Ιτέας για να θαυμάσουν οι καλεσμένοι τους Δελφούς. Μία από εκείνες τις μέρες, ο Meneghini αποφασίζει να παραμείνει στη καμπίνα του καθώς νιώθει ζαλισμένος από την θάλασσα. Ταυτόχρονα, στη στεριά ο Ωνάσης πολιορκεί την Callas η οποία νιώθει γοητευμένη. Στις 6 Αυγούστου η «Χριστίνα» βρίσκεται αγκυροβολημένη στην Κωνσταντινούπολη. Ο Πατριάρχης Αθηναγόρας επιβιβάζεται στην θαλαμηγό και ευλογεί τους δύο διάσημους Έλληνες νομίζοντας ότι είναι ζευγάρι. Η αμηχανία των έτερων συζύγων είναι μεγάλη ενώ o Meneghini που συνειδητοποιεί τι γίνεται, διακόπτει τον Πατριάρχη διεκδικώντας τον ρόλο του συζύγου της Callas. Σύμφωνα με τα έντυπα και με τους δημοσιογράφους της εποχής, εκείνη τη μέρα Ωνάσης και Callas βρέθηκαν μαζί στο ίδιο κρεβάτι για πρώτη φορά. Μάλιστα, αυτόπτης μάρτυρας φαίνεται να ήταν η ίδια η γυναίκα του Ωνάση, η Τίνα Λιβανού η οποία αφού τους είδε να ερωτοτροπούν προσπάθησε να εγκαταλείψει αμέσως το σκάφος. Ο Ωνάσης δήλωνε πως είχε ήδη προβλήματα στον γάμο του με την Λιβανού και πως η Callas ήταν απλώς μια αφορμή για να κάνει το επόμενο βήμα και όχι η κύρια αιτία του χωρισμού. Η διάσημη σοπράνο από την άλλη, την ίδια ακριβώς ημέρα εξήγησε στον Meneghini ότι τον εγκαταλείπει επειδή νιώθει φοβερά ερωτευμένη με τον Ωνάση. Όπως ήταν αναμενόμενο, ο Ιταλός βιομήχανος και manager της εξοργίστηκε και δεν εννόησε να της δώσει διαζύγιο. Φυσικά, αυτό δεν εμπόδισε τους δύο ερωτευμένους να γίνουν ζευγάρι και να ξεκινήσει μία θυελλώδη σχέση.
Η ζωή της Callas αλλάζει εντελώς. Πλέον ζει και αναπνέει για τον Ωνάση. Αφήνει στη μοίρα της τη καριέρα της και κάνει όλο και λιγότερες ασκήσεις φωνητικής. Πλέον τραβά όλα τα φώτα της δημοσιότητας πάνω της όχι για τις άριες της αλλά για τον χωρισμό της από τον Meneghini και την νέα της σχέση με τον Ωνάση. Τον Νοέμβριο του 59 και μετά από μία έντονη διαμάχη 2.5 μηνών, το Ιταλικό δικαστήριο ανακοινώνει ότι η διάσταση Meneghini-Callas είναι νόμιμη, ωστόσο σύμφωνα με την Καθολική Εκκλησία το ζευγάρι δεν μπορεί να χωρίσει. Το οριστικό και νόμιμο διαζύγιο έρχεται το 1966 όταν η Callas απεκδύεται την Αμερικανική υπηκοότητα και λαμβάνει την Ελληνική. Με αυτήν την ενέργεια, λύεται και τυπικά ο γάμος με τον Meneghini. Από την άλλη, το ζεύγος Ωνάση-Λιβανού παίρνει οριστικό διαζύγιο με πρωτοβουλία της ίδιας της Τίνας σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Callas και Ωνάσης ζουν μία θυελλώδης σχέση που κρατά σχεδόν δέκα χρόνια. Στα τέλη της δεκαετίας του 60, η Callas θεωρεί πως πλέον ο Ωνάσης θα τη ζητήσει σε γάμο, κάτι που όμως δεν γίνεται. Αντ’ αυτού, ο Έλληνας εφοπλιστής βρίσκεται το 1968 να παντρεύεται την πρώην Πρώτη Κυρία των Η.Π.Α. Jackie Kennedy, χήρα του Προέδρου των Η.Π.Α. John Kennedy. Ο γάμος αυτός βυθίζει σε κατάθλιψη την κορυφαία υψίφωνο.
Ένα σημαντικό παράθυρο στη σχέση Ωνάσης-Callas είναι φυσικά οι φήμες περί εγκυμοσύνης της σοπράνο το 1959-1960 και η γέννηση ενός νεκρού αγοριού στις 30/3/1960, θαμμένου υπό άκρα μυστικότητα στο νεκροταφείο Μπρέσο στο Μιλάνο. Σύμφωνα με τις εφημερίδες της εποχής, υπήρξε πιστοποιητικό γεννήσεως κατά το οποίο το μωρό αναφέρεται με το όνομα Όμηρος και αναγράφεται ότι γεννήθηκε κανονικά αλλά απεβίωσε την ίδια μέρα λόγω καρδιακών προβλημάτων. Η…. ανώνυμη μητέρα υπογράφει και οι φήμες οργιάζουν!
Οι τελευταίες εμφανίσεις και το τέλος της.
Παρά το γεγονός ότι η ίδια δεν τραγουδά πια όπως παλιά, σε μερικές χώρες ήταν ακόμη το απόλυτο είδωλο της όπερας. Τον Ιανουάριο του 1964 η Κάλλας πείθεται από τον Franco Zeffirelli να συμμετάσχει σε μία νέα παραγωγή της «Tosca» στη σκηνή του Covent Garden. H παράσταση εκθειάζεται από τους κριτικούς ενώ ακολουθεί την ίδια χρονιά ο νέος καλλιτεχνικός θρίαμβος στην Όπερα των Παρισίων με την «Norma».
Το 1969 η Callas γυρίζει σε ταινία την «Μήδεια» του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία του Pier Paolo Pasolini. Η ταινία δεν έχει την απαραίτητη τύχη στις κινηματογραφικές αίθουσες ενώ ένα χρόνο αργότερα, το 1970 η σοπράνο μεταφέρεται στο νοσοκομείο και γίνεται γνωστό ότι επιχείρησε να αυτοκτονήσει λαμβάνοντας μεγάλη δόση βαρβιτουρικών.
Το 1973 σκηνοθετεί στο Τορίνο μαζί με τον Giuseppe di Stefano το έργο «Σικελικοί Εσπερινοί» και την ίδια χρονιά ξεκινά μαζί του μια παγκόσμια καλλιτεχνική περιοδεία.
Η τελευταία εμφάνιση της Callas γίνεται στη πόλη Σαππόρο της Ιαπωνίας στις 11 Δεκεμβρίου 1974.
Όντας ιδιαίτερα τελειομανής, η Κάλλας αφού δεν έμεινε ευχαριστημένη με την απόδοσή της στην παράσταση της Ιαπωνίας και αφού είχε ήδη διάφορα ψυχοσωματικά προβλήματα αποφασίζει να απομονωθεί στο σπίτι της στο Παρίσι έχοντας πλέον για συντροφιά μόνο τις αναμνήσεις της. Τρία χρόνια αργότερα, το 1977, στις 16 Σεπτεμβρίου η Μαρία Κάλλας πέρασε στην αιωνιότητα. Ήταν μόλις 53 ετών…
Η κηδεία της έγινε στις 20 Σεπτεμβρίου και αφού το σώμα της αποτεφρώθηκε όπως η ίδια επιθυμούσε, την άνοιξη του 1979 η τέφρα της σκορπίστηκε στο Αιγαίο….
Σύμφωνα με σχετικές έρευνες η υψίφωνος υπέφερε από δερματομυοσίτιδα, μία εκφυλιστική νόσο που φθείρει μυς και ιστούς, συμπεριλαμβανομένου και του λάρυγγα. Ίσως έτσι να εξηγείται και η συνεχής παρακμή της φωνής της Callas στις αρχές της δεκαετίες του 60.
Το 2010 ένα νέο φως στο μυστήριο του θανάτου της Callas έρχεται να ρίξει τις έρευνες, ανατρέποντας την άποψη ότι η διάσημη σοπράνο υπέφερε από δερματομυοσίτιδα αλλά πέθανε από υπερβολική δόση βαρβιτουρικών καθώς της είχε στοιχίσει η επώδυνη σχέση της με τον Ωνάση, ο γάμος του με την Jackie Kennedy και φυσικά ο θάνατός του το 1975.
Κατά την επίσημη ιατρική έκθεση πάντως, ο θάνατος της Maria Callas στις 16 Σεπτεμβρίου 1977 οφειλόταν σε καρδιακή προσβολή.
Επιμέλεια: Krikor Kevorkian
© 2020, Krikor Kevorkian. All rights reserved.